ΙΩΑΝΝΗΣ  ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ

Ομιλία

Λήδα Παπαδοπούλου

 

  • Η Ελλάδα, μάλλον το ελληνικό Έθνος, το Γένος όπως λεγόταν τότε,[1] ευτύχησε να έχει τον Ιωάννη Καποδίστρια να έχει γεννηθεί στον ελλαδικό χώρο, και να έχει ως αποστολή του, αποστολή Ψυχής, την ανασυγκρότηση του Γένους και την απελευθέρωσή του.
  • Μερικοί χαρακτηρισμοί για την προσωπικότητά του από ιστορικούς, συγγραφείς, φιλολόγους, φίλους, συνεργάτες του κα.: διαύγεια νου, ευστροφία, ικανότητα να παίρνει γρήγορες αποφάσεις, ταπεινότητα, ψυχραιμία/αταραξία, απόλυτη τιμιότητα/εντιμότητα, ακεραιότητα χαρακτήρα που γεννούσε εμπιστοσύνη ακόμα και στους αντιπάλους του, ικανότητα να περιμένει, ακλόνητη και απόλυτη αφοσίωση στο έργο του, την αποστολή του, το Χρέος όπως το ονόμαζε, σιδερένια θέληση, ενεργητικότητα, αδαμάντινο ήθος, τόλμη, ηρωική πατριωτική αυταπάρνηση, ηθική αποφασιστικότητα, ανιδιοτέλεια, ηθικό ανάστημα, τεράστιο κύρος, ακαταπόνητος καταπληκτική εργατικότητα, γενναίο ήθος, καρτερία, πίστη, μετριοπάθεια, γενναιότητα, απλότητα, ιδιαίτερη ευφυΐα, δρα πάντα ισορροπημένα, μαθηματικό μυαλό, καλός διαπραγματευτής, συγκρατημένος και βαθιά συναισθηματικός άνθρωπος. Ο Δημ. Αρλιώτης, ένας φίλος από τα παιδικά και νεανικά του χρόνια, και ο πρώτος που εξέδωσε βιογραφία για τον Ιωάννη Καποδίστρια στα ιταλικά, γράφει: «σαν φύση εξαιρετικά ευγενική και λεπτή, προικισμένος με σπάνια ψυχικά χαρίσματα, με χαρακτήρα σοβαρό και ανδροπρεπή παρά την νεαρή ηλικία του, ευαίσθητος και θερμός συμπαραστάτης στον κάθε ανθρώπινο πόνο».
  • Ο Ιωάννης Καποδίστριας γεννήθηκε το 1776 στην Κέρκυρα. Ήταν το 6ο παιδί από εννέα της αριστοκρατικής οικογένειας των Καποδίστρια και είχε τον τίτλο του Κόμη όπως και όλα τα αδέλφια του. Οι γονείς του ήταν ευγενείς και οι δύο, το όνομά τους ήταν περασμένο στο libro d’oro, ανήκαν δηλαδή στην αριστοκρατία του νησιού. Η Κέρκυρα τότε, όπως και όλα τα Ιόνια νησιά ήταν στην κυριαρχία της Βενετίας η οποία καθόριζε τους τίτλους ευγενείας. Επίσης, η Κέρκυρα δεν κατακτήθηκε ποτέ από τους Τούρκους όπως και όλα τα Ιόνια νησιά, και ακολούθησε μία εξέλιξη ριζικά αλλιώτικη από τον κεντρικό κορμό του Γένους, σε όλα τα επίπεδα, κοινωνικό, πολιτικό, μορφωτικό. Ο πατέρας του ήταν από τους πιο αξιόλογους δικηγόρους της Κέρκυρας και είχε λάβει ενεργό μέρος σε όλα τα πολιτικά γεγονότα του νησιού. Η μητέρα του ήταν βαθιά θρησκευόμενη αριστοκράτισσα η οποία μετέδωσε στα παιδιά της και τον Ιωάννη τις αρχές και αξίες που τον ακολούθησαν στο υπόλοιπο της ζωής του. Ο νεαρός Ιωάννης μεγάλωσε σε ένα καθαρά πατριαρχικό περιβάλλον με έντονη θρησκευτική αγωγή.
  • Δεν είναι γνωστές λεπτομέρειες από την παιδική και νεανική ζωή του, ούτε σε τι σχολείο πήγε εάν πήγε. Πιθανότατα διδάχθηκε τα γράμματα στο σπίτι από ιδιωτικούς δασκάλους όπως όλα τα παιδιά των ευγενών. Έμαθε όμως καλά τρεις γλώσσες λατινικά, ιταλικά και γαλλικά, όπως μουσική και πιάνο. Η αλληλογραφία του ήταν πάντοτε στην γαλλική γλώσσα την οποία κατά γενική ομολογία χρησιμοποιούσε αριστοτεχνικά.
  • Αναφέρεται ένα χαρακτηριστικό συμβάν, ο νεαρός Καποδίστριας, 16 ετών, κάνοντας ιππασία στην Κέρκυρα έπεσε από το άλογο που έχει αφηνιάσει και τον παρέσυρε αρκετά σε χαλκοστρωμένο δρόμο. Ήταν καταδικασμένος σε θάνατο, και η διάσωσή του αποδόθηκε στο θαύμα της Παναγίας Πλατυτέρας και την προσευχή του ιερομόναχου Συμεών της μονής, ο οποίος ήταν συνδεδεμένος με την οικογένεια Καποδίστρια. Ο ιερομόναχος έβλεπε σαν σε όραμα το γεγονός, βγήκε έξω και ευλογώντας το αφηνιασμένο άλογο το σταμάτησε. Από τότε ο Καποδίστριας δεν ξέχασε ποτέ να ενδιαφέρεται για τον ιερομόναχο και έστελνε τους χαιρετισμούς του μέσω της αλληλογραφίας με τον πατέρα του σε όλη την λαμπρή σταδιοδρομία του.
  • Το 1794 18 ετών πηγαίνει στην Πάντοβα της Βενετίας, όπως όλοι οι νέοι ευγενείς για να σπουδάσει Ιατρική. Τότε δύο ήταν οι επιλογές για τους γόνους ευγενών που ήθελαν να σπουδάσουν, Νομικά ή Ιατρική. Τελειώνει τις σπουδές του σε δύο χρόνια, και παίρνει δίπλωμα και στην φιλοσοφία που περιλαμβάνει στοιχεία νομικών, πολιτικών και οικονομικών επιστημών. Η τόλμη όμως που είχε μαζύ με την ευφυΐα τον ώθησαν στην χειρουργική, που εκείνον τον καιρό χρειαζόταν θάρρος για να γίνει κάποιος χειρουργός εφ’όσον η αναισθησία ήταν θέμα μυϊκής δύναμης και καλού δεσίματος των άκρων. Παρ’όλο που βρέθηκε μαζύ με σπουδαστές επηρεασμένους από τις επαναστατικές ιδέες της Γαλ.Επανάστασης, εκείνος παρέμεινε «πιστός στου Πνεύματος τις επιταγές και ακλόνητος στις αρχές του». Αποκαλούσε τον Θεό «η Θεία Πρόνοια».
  • Επιστρέφει στην Κέρκυρα το 1797 όπου ξεκίνησε να ασκεί το επάγγελμα του γιατρού αφιλοκερδώς διότι θέλησε να θέσει την επιστήμη του και τον εαυτό του στην ανακούφιση της ανθρώπινης δυστυχίας. Όχι μόνο επεσκέπτετο και θεράπευε δωρεάν τους φτωχούς, αλλά τους έδινε και χρήματα για την κατάλληλη τροφή και τα απαραίτητα φάρμακα. Έγινε έτσι αμέσως γνωστός και αγαπητός σε όλο το νησί, και οι Κερκυραίοι τον αποκαλούσαν «παρήγορο γιατρό, ευεργέτη, παρήγορο άγγελο, πατέρα», και ήταν μόλις 21 ετών. Έφερε στην Κέρκυρα την νέα επιστήμη της Χειρουργικής η οποία μέχρι τότε δεν θεωρείτο κλάδος της Ιατρικής, διότι ο κόσμος την έβλεπε σαν κατώτερη απασχόληση ανάξια ενός επιστήμονα, και που αρμόζει σε κουρείς!
  • Παράλληλα ξεκίνησε να αναπτύσσει έντονη επιστημονική και φιλολογική δράση. Διορίστηκε διευθυντής του νοσοκομείου.
  • Βρήκε όμως στην Κέρκυρα τους Γάλλους, οι οποίοι πήραν στην κυριαρχία τους τα Επτάνησα από την Βενετία όταν την κατέλαβε ο Ναπολέων και κατέλυσε το αριστοκρατικό της πολίτευμα. Η Γαλλία κερδίζει επίσης και τις κτήσεις της Βενετίας στην Ήπειρο, το Βουθρωτό, την Πάργα, την Πρέβεζα και την Βόνιτσα. Ο Ιωάννης Καποδίστριας όντας αριστοκράτης δεν κείται ευμενώς προς τις φιλελεύθερες κινήσεις της Γαλλίας και η οικογένειά του θεωρείται αντικαθεστωτική, δεν είναι πια ευπρόσδεκτη στην πόλη της Κέρκυρας και εξορίζεται. Η πρώτη διπλωματική νίκη που πέτυχε ο νεαρός Ιωάννης ήταν μαζύ με τον αδελφό του Βιάρο να απελευθερώσουν τον πατέρα τους Αντωνομαρία.
  • Τον Μάρτιο 1799 όμως τα Επτάνησα παραδόθηκαν στους Ρώσους, οι οποίοι υπόσχονται αυτονομία στα Επτάνησα. Ο πατέρας Αντωνομαρία Καποδίστριας είναι μέλος της δωδεκαμελούς διπλωματικής αποστολής που έχει στόχο να διεκδικήσει όσα έχουν υποσχεθεί και να ζητήσει σύνταγμα, και την αναγνώριση της Επτανήσου πολιτείας ως ανεξάρτητης και υπό την προστασία όλων των δυνάμεων. Λέγεται «Επτάνησος Πολιτεία», υπό την προστασία των Ρώσων και την επικυριαρχία των Τούρκων, δηλαδή θα πληρώνουν φόρο υποτέλειας στον σουλτάνο. Η Τουρκία παίρνει τα άλλα κάστρα της Ηπείρου, Πρέβεζα, Πάργα, Βόνιτσα και Βουθρωτό. Είναι όμως το πρώτο αυτόνομο ελληνικό κράτος!
  • Την διακυβέρνηση της Επτανήσου Πολιτείας αναλαμβάνει η Γερουσία η οποία καθιερώνει σύνταγμα, – το «Βυζαντινόν», και μόνο ο Ιωάννης Καποδίστριας αντιδρά στα ανελεύθερα άρθρα του Βυζαντινού. Πολλοί τότε λένε ότι ο νεαρός Καποδίστριας πρόδωσε την τάξη του. Αρχίζουν πολλές αντιδράσεις σε όλα τα Επτάνησα για το σύνταγμα και κυρίως στην Κεφαλλονιά όπου υπάρχει και η μόνιμη διαμάχη ανάμεσα στο Αργοστόλι και το Ληξούρι και τις δύο μεγάλες οικογένειες του νησιού. Τότε ο πατέρας Καποδίστριας έχει μία φαεινή ιδέα: παραιτείται από την θέση του και ορίζει αντικαταστάτη τον γυιό του Ιωάννη. Έτσι ο νεαρός Καποδίστριας αναλαμβάνει την πρώτη πολιτική του θέση και αποστέλλεται στην Κεφαλλονιά ως επίτροπος, η Γερουσία του αναθέτει την οργάνωση της διοίκησης στο νησί. Είναι η πρώτη δοκιμή των διπλωματικών του ικανοτήτων, και είναι μόλις 25 ετών. Πηγαίνει στην Κεφαλλονιά όπου δίνει τον πρώτο του δημόσιο πολιτικό λόγο σε προύχοντες και λαό. Καλεί τον λαό να βοηθήσει στην ειρήνευση του τόπου, στην εδραίωση της πολιτικής τάξης και την ομαλή αποδοχή των νέων αρχών, και ζητά να αγωνισθούν μαζύ με ηρεμία για την βελτίωση των άρθρων του συντάγματος. Στην συνέχεια επιδεικνύει σπάνια γενναιότητα χαρακτήρα αποφασίζοντας να συναντήσει τον Μεταξά μόνο του στον κρησφύγετό του και τον πείθει να υποχωρήσει και να σταματήσει τις στασιαστικές του ενέργειες, και έτσι αποφεύγονται οι συγκρούσεις.
  • Επιστρέφει στην Κέρκυρα και αντιμετωπίζει την ίδια και χειρότερη κατάσταση αναταραχής, και η Γερουσία προβαίνει σε αναθεωρήσεις του συντάγματος που δεν είναι αποδεκτές. Έρχεται απεσταλμένος από την Ρωσία ως επίτροπος ο Γεώργιος Μοτσενίγος ο οποίος προκηρύττει εκλογές για την ανάδειξη νέων γερουσιαστών και με αυτόν τον τρόπο λύνει θετικά την πολιτική και κυβερνητική αστάθεια στα νησιά. Καταλαβαίνει αμέσως την πολιτική και ηθική αξία του νεαρού Καποδίστρια και εκτιμά τον ζήλο και τις ικανότητές του. Προτείνει τον διορισμό του Καποδίστρια ως Γενικού Γραμματέως επικρατείας και η Γερουσία τον εκλέγει αμέσως και ομόφωνα.
  • Ο Καποδίστριας ξεκινά αμέσως σκληρό αγώνα για την ριζική αναδιοργάνωση του νεοσύστατου κράτους. Σε έναν μήνα σε χρόνο ρεκόρ η Γερουσία ψηφίζει ομόφωνα το νέο σύνταγμα που ετοιμάζουν μαζύ ο Μοτσενίγος με τον Καποδίστρια. Είναι το πρώτο σύνταγμα που ψηφίστηκε με την ελεύθερη θέληση των Ελλήνων των Επτανήσων χωρίς την παρέμβαση ξένων. Θέτει ως όρο συμμετοχής στα κοινά το ύψος των εισοδημάτων των πολιτών και όχι τους τίτλους ευγενείας. Τα έργα που προετοιμάζει ο νεαρός Καποδίστριας από την θέση του Γενικού Γραμματέως στην Επτάνησο Πολιτεία:
  • Κατοχυρώνει συνταγματικά την εφαρμογή της ελληνικής γλώσσας ως επίσημης γλώσσας του κράτους.
  • Βοηθά τον λαό των Επτανήσων να βγει από την αμορφωσιά, να ανέβει πνευματικά και να επανασυνδεθεί με την σκιασμένη ελληνική κληρονομιά και τον ελληνικό πολιτισμό. Το θέμα της εκπαίδευσης των Ελλήνων γίνεται ο ισόβιος καημός του και μέσω της Γερουσίας αποφασίζει την εκπαίδευση όλων των υπαλλήλων του κράτους και του κλήρου και αναλαμβάνει ο ίδιος να συντάξει τον κανονισμό των μαθημάτων και την μέθοδο διδασκαλίας, προσφέρεται μάλιστα να διδάξει ο ίδιος στοιχεία φιλοσοφίας. Προσπαθεί να πείσει τους σκορπισμένους Κερκυραίους δασκάλους να επιστρέψουν στον τόπο τους για να διδάξουν.
  • Ιδρύονται 40 σχολεία, γυμνάσιο και επίσης Ελληνικό τυπογραφείο όπου τυπώνεται ο Θούριος του Ρήγα.
  • Ιδρύεται επίσης η σχολή της Τενέδου, η πρώτη σχολή δημόσιας εκπαίδευσης (1805). Σ’αυτήν ο ίδιος πηγαίνει τα απογεύματα και διδάσκει σε παιδιά λατινικά, ενώ το πρωί εργάζεται ως Γραμματέας Επικρατείας. Για πρώτη φορά πλούσια και φτωχά παιδιά φοιτούν μαζύ.
  • Ιδρύεται η Ιόνιος Ακαδημία, ένα πρόδρομο επιστημονικό ίδρυμα για την ανάπτυξη και αξιοποίηση του δημόσιου πλούτου της Κέρκυρας.
  • Ιδρύεται από την Γερουσία το Ιόνιο στρατόπεδο που επανδρώνεται από εφέδρους, τακτικό στρατό και ενισχύεται με ρωσικά στρατεύματα, Σουλιώτες πρόσφυγες, αρματολούς και κλέφτες.

 

  • Ο Αλής με ανοιγμένη όρεξη ετοιμάζεται να εισβάλλει στην Λευκάδα. Η Γερουσία κρίνει τον Ιωάννη Καποδίστρια ως μόνο κατάλληλο αντιπρόσωπο της Πολιτείας για την οργάνωση της άμυνας της Λευκάδας και τον τοποθετεί έκτακτο επίτροπο και στρατιωτικό διοικητή της Αγίας Μαύρας. Εκείνος δεν διστάζει να αποδεχθεί. Ξεκινά με λίγους Ρώσους και πηγαίνει στην Λευκάδα, είναι μόλις 31 ετών και χωρίς στρατιωτική πείρα. Η πρώτη του ενέργεια είναι να απευθύνει στον λαό της Λευκάδας φλογερή προκήρυξη για τόνωση του ηθικού και για να προσκαλέσει όλους να αντικρούσουν τον εχθρό ενωμένοι. Οργανώνει την άμυνα του νησιού σε τρία επίπεδα: πρώτον τα οχυρωματικά έργα, χαρακτηριστικά πιάνει κι ο ίδιος την σκαπάνη για να εμψυχώσει τον λαό. Δεύτερον η δημιουργία τακτικού στρατιωτικού σώματος που θα αντιμετώπιζε τα τουρκικά στρατεύματα και τρίτον η δημιουργία αντιπερισπασμού στα μετώπισθεν. Γι’ αυτό ζητά βοήθεια και επιστρατεύει εθελοντές από τα υπόλοιπα Επτάνησα, όπως και από τους οπλαρχηγούς της Ρούμελης. Καταφθάνουν για βοήθεια οι Κατσαντώνηδες, μάλλον μαζύ τους και ο Καραϊσκάκης, ο Μπουκουβάλας, ο Κίτσος Μπότσαρης, ο Φώτος Τζαβέλας, διάφοροι άλλοι Σουλιώτες, ο Γρίβας, ο Σκυλοδήμος και ο Βαρνακιώτης. Παρευρίσκεται και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο Αναγνωσταράς ερχόμενοι από την Ζάκυνθο. Εκεί ο Καποδίστριας γνωρίζει για πρώτη φορά την επαναστατημένη Ελλάδα, μία Ελλάδα αποφασισμένη να κάνει γνωστή στον κόσμο την εθνική της υπόσταση και την απόφασή της για ανεξαρτησία. Εκεί συνειδητοποιεί τον ύψιστο εθνικό σκοπό που ονειρεύεται σαν έργο της ζωής του: την Ελλάδα. Η συνεργασία του Καποδίστρια με τους Έλληνες οπλαρχηγούς της κατεχόμενης Ελλάδας του αποκαλύπτει έναν άλλον κόσμο, που στην συνέχεια γίνεται και δικός του. Επίσης προβληματίζεται για το πού πράγματι ανήκει: μόνο στα Επτάνησα ή σε μία ευρύτερη ορθόδοξη ελληνική κοινότητα για την τύχη της οποίας έκτοτε δεν μένει αδιάφορος. Ο αγώνας της Λευκάδας γίνεται πανιόνιος, και σιγά-σιγά πανελλήνιος, παίρνει πανεθνικό χαρακτήρα. Για πρώτη φορά οι διάφορες τάξεις των Ελλήνων συνενώνουν τις δυνάμεις τους και μαζύ με τους συμμάχους τους αποκρούουν τον εχθρό. Τελικά ο Αλή πασάς δεν τολμά να εισβάλλει στο νησί και η άμυνα της Λευκάδας πετυχαίνει απόλυτα. Η παράδοση λέει πως μετά την αποχώρηση του Αλή στήθηκε ένα ομηρικό γλέντι, ομηρικό κατά τα πρότυπα του Ομήρου, όπου ο Καποδίστριας σηκώνει το ποτήρι του και λέει στα παλληκάρια «σύντομα η πατρίδα θα μας καλέσει όλους για έναν πολύ σοβαρότερο σκοπό».
  • Όμως τον Ιούλιο 1807 υπογράφεται συνθήκη ανάμεσα σε Ρώσους και Γάλλους, μοιράζουν την Ευρώπη σαν να είναι ιδιοκτησία τους και τα Επτάνησα τα παίρνουν εκ νέου οι Γάλλοι. Ο Καποδίστριας λαμβάνει το αναπάντεχο σημείωμα από την Γερουσία να σταματήσει κάθε πολεμική δραστηριότητα. Επιστρέφει στην Κέρκυρα πικραμένος, ενώ ο Μοτσενίγος μαζύ με τις ρωσικές δυνάμεις αναχωρεί από το νησί και προτείνει στον Καποδίστρια να τον ακολουθήσει. Εκείνος αρνείται, όπως αρνείται να υπηρετήσει και τους Γάλλους όταν του το προτείνουν διότι δεν εμπιστεύεται τον Ναπολέοντα. Δείχνει ότι γνωρίζει σε βάθος την σημασία της αναμονής όταν κρίνει ότι πρέπει να περιμένει, και αυτή είναι μία από τις μεγάλες του αρετές. Η συνθήκη του Τιλσίτ σημαίνει το τέλος της πολιτικής του σταδιοδρομίας στα Επτάνησα.
  • Επανέρχεται στις ιατρικές ασχολίες και τις επιστημονικές ανακοινώσεις στην Ιόνιο Ακαδημία. Μετά από 8 μήνες Έρχεται τον Ιούλιο 1808 πρόταση από την Ρωσία, γραμμένη από τον τότε υπουργό εξωτερικών που του ζητά να αναλάβει υπηρεσία στο διπλωματικό σώμα της Ρωσίας. Εκείνος πείθεται ότι από την Ρωσία θα μπορέσει να υπηρετήσει και την πατρίδα. Χωρίς δισταγμό λέει το «ναι» και αναχωρεί από την Κέρκυρα στην ηλικία των 32 ετών.
  • Φθάνει στην Πετρούπολη τον Ιανουάριο του 1809 μετά από 6 μήνες. Μέχρι να τακτοποιηθεί υπηρεσιακά αφιερώνει τις ώρες του στην μελέτη, την αδιάκοπη επιμόρφωση και την εκμάθηση της ρωσικής. Μελετά εντατικά την ιστορία της Ρωσίας, τις διπλωματικές της σχέσεις με τις άλλες χώρες και τον τρόπο λειτουργίας του διοικητικού συστήματος και του υπουργείου εξωτερικών. Γνωρίζεται με την οικογένεια του Σκαρλάτου Στούρτζα και τα παιδιά του Αλέξανδρο και Ρωξάνδρα, τον τραπεζίτη Ιωάννη Δομπόλη και τα παιδιά του Κων/νου Υψηλάντη, τον Αλέξανδρο 16 ετών, τον Νικόλαο και τον Δημήτριο, όπως και τον επίσκοπο Ιγνάτιο. Με την Ρωξάνδρα Στούρτζα και τον Ιωάννη Καποδίστρια αναπτύσσεται ένα αμοιβαίο αίσθημα εκτίμησης, θαυμασμού και αγάπης που πληροί και τους δύο. Εκείνος χαίρεται να συνομιλεί μαζύ της και μοιράζονται το όραμα μίας πατρίδας ελεύθερης, της Ελλάδας. Συμμετέχει σε όλες τις κοσμικές εκδηλώσεις και τις επίσημες δεξιώσεις όμως κατά βάθος δεν τον ευχαριστούν. Ξεκουράζεται κοντά σε πνευματικούς ανθρώπους αλλά γνωρίζει ότι ο στόχος του είναι η εξωτερική πολιτική της Ρωσίας και θα πρέπει να αποδεχθεί τον κοσμικό τρόπο ζωής, διότι πολλές αποφάσεις παίρνονται στα σαλόνια. Τις λεπτομέρειες για την ζωή του στην Πετρούπολη την γνωρίζουμε από την αλληλογραφία που κρατά με τον πατέρα του: «σας επαναλαμβάνω εκείνο που σας έγραψα πολλές φορές. Δεν θα ημπορούσα να ζήσω ούτε μία στιγμή χωρίς την ελπίδα και την βεβαιότητα ότι θα ξαναϊδώ την οικογένειά μας και την πατρίδα μου… κανένα γεγονός ή τύχη ή δυστύχημα δεν θα μπορούσε ποτέ να περιορίσει την ελευθερία μου… αυτές είναι οι αρχές μου και είμαι σταθερά αποφασισμένος… αυτή είναι η αυθόρμητη εξομολόγησή μου που βγαίνει από τα βάθη της καρδιάς μου…». Δεν παραλείπει να θυμάται τον πατέρα Συμεών της μονής Πλατυτέρας και να επισημαίνει την ακράδαντη εμπιστοσύνη του στην Θεία Πρόνοια, ενώ αφήνει να διαχέεται η μόνιμη νοσταλγία του για την Κέρκυρα. Στο θέμα του γάμου του όταν ο πατέρας του επιμένει να παντρευτεί: «αντί χρυσού και κενοδοξίας εγώ δεν πουλάω την ελευθερίαν μου και δεν σπάζω τους ιερούς δεσμούς που ενώνουν την ύπαρξή μου και την τύχη μου με εκείνους της οικογενείας μου και της πατρίδας μου: ‘ένας νεαρός ξένος, ευγενής, κόμης, καλών ηθών και τρόπων, ευπρόσδεκτος από την Κυβέρνηση και αγαπητός από το Υπουργείον… χωρίς να αναζητεί αναζητείται από όλους: θα έχει σύζυγον, θα έχει υπηρέτας, θα έχει πολλά χρήματα… τι να τα κάμω όλα αυτά;… για μένα το ύψιστον αγαθόν, αν δεν ημπορέσω να πραγματώσω όλα αυτά που επιθυμώ είναι να ξαναγυρίσω στην Κέρκυρα, στα Επισκοπιανά. Σεις γνωρίζετε τις απόψεις μου και τις σταθερές μου επιδιώξεις. Θα είναι για μένα μεγάλη παρηγοριά να μου ειπείτε ότι τις επιδοκιμάζετε…» «Θα μπορούσα να συνάψω συνοικέσιο οικονομικού χαρακτήρα και συμφέροντος, εθεώρησα όμως τούτο πάντοτε ανάξιον εντίμου ανδρός. Το να ζει κανείς και να ασωτεύει εις βάρος της συζύγου του είναι φαυλότης για την οποία είμαι εντελώς ανίκανος και δοξάζω την Θείαν Πρόνοιαν γι αυτό…»

Του γίνεται πρόταση να εργαστεί στο υπουργείο δικαιοσύνης λόγω της επιτυχίας του στην εκπόνηση του συντάγματος της Ιονίου πολιτείας αλλά εκείνος δεν σπεύδει να την αποδεχθεί. Πάλι προτιμά να περιμένει βασιζόμενος στην Θεία Πρόνοια ελπίζοντας ότι θα διοριστεί στην διπλωματική υπηρεσία του Τσάρου. – ο Τσάρος είναι ο Αλέξανδρος, ο εγγονός της Αικατερίνης της Μεγάλης. Άλλωστε δεν θέλει να παραμείνει μόνιμα στην Ρωσία. Συντάσσει υπομνήματα που αφορούν σε διπλωματικά θέματα, τα οποία εντυπωσιάζουν το περιβάλλον του υπουργείου εξωτερικών και τον Ρώσο πρωθυπουργό, οι οποίοι τα παρουσιάζουν στον Τσάρο.

  • Τον Αύγουστο 1811 ο Καποδίστριας διορίζεται τελικά και πηγαίνει στην Βιέννη ως υπεράριθμος ακόλουθος στην πρεσβεία της Ρωσίας. Η θέση αυτή δεν ανταποκρίνεται στα προσόντα του ούτε στις προσδοκίες του, όμως την δέχεται με ικανοποίηση διότι ξεφεύγει από την Ρωσία, ενώ η Βιέννη είναι η εστία των διπλωματικών ανταγωνισμών. Τα οικονομικά του καλυτερεύουν και το κλίμα είναι ευνοϊκότερο για κείνον. Φεύγοντας όμως αφήνει πίσω την Ρωξάνδρα Στούρτζα και υπόσχονται αμοιβαία να διατηρήσουν αλληλογραφία.
  • Φθάνοντας στην Βιέννη ασχολείται με την εκμάθηση της γερμανικής γλώσσας Ο πρέσβης της Ρωσίας στην Βιέννη τον υποδέχεται ψυχρά, αλλά σύντομα αλλάζει γνώμη όταν συζητά μαζύ του και διαβάζει τα πρώτα κείμενα που του υποβάλλονται. Ο Καποδίστριας βγάζει εξαιρετική εργασία και τα υπομνήματά του είναι πλήρη και καταπληκτικά. Ο πρέσβυς στέλνει τα υπομνήματα στον Τσάρο, και του εμπιστεύεται την επεξεργασία διαφόρων σχεδίων και υπομνημάτων. Έκτοτε ο Καποδίστριας δεν παραλείπει ευκαιρία να τονίζει ότι η Ρωσία πρέπει να βοηθήσει την Ελλάδα στην απελευθέρωσή της. Και στην Βιέννη γνωρίζεται με Έλληνες επιφανείς λογίους και εμπόρους, όπως τον Γεώργιο Σταύρου, και τον Άνθιμο Γαζή που είναι ο εφημέριος της ορθόδοξης εκκλησίας και ο οποίος εκδίδει τον «Λόγιο Ερμή», τον Τσακάλωφ, και τον Χριστόφορο Περραιβό. Χαρακτηριστικά δίνει για δημοσίευση στον Λόγιο Ερμή ένα άρθρο με θέμα την δημόσια εκπαίδευση των Ελλήνων, – είναι η ασίγαστη επιθυμία της ζωής του. Οι καλές σχέσεις του με τους επιφανείς και μη Έλληνες της Βιέννης αλλά και με τους συναδέλφους του στην πρεσβεία, αρχίζουν να ανησυχούν τον Μέτερνιχ ο οποίος μαζύ με τον αρχηγό της αστυνομίας ανοίγουν φάκελο «Καποδίστριας». Σ’αυτό τους είχε προκαταβάλει η πρότερη παρουσία του Ρήγα Φεραίου. Ο Μέτερνιχ, ευφυέστατος άνθρωπος, έχει οργανώσει μία τέλεια αστυνομία που παρακολουθεί τους πάντες και τα πάντα, και επιβάλλει την δίωξη κάθε φιλελεύθερης κίνησης. Αλλά και ο πατέρας Καποδίστριας σχολιάζει αρνητικά τις συναναστροφές του γυιού του, και ο Ιωάννης απαντά «Εάν δεν συνδεθούμε με τους Έλληνες με ποιον θα συνδεθούμε; Έχουμε ανάγκη από μία πατρίδα, έναν τόπο, ένα σημείο στηρίγματος…»
  • Μάιος 1812: έρχεται γράμμα στην Βιέννη όπου εκδηλώνεται η επιθυμία του Τσάρου ο Καποδίστριας να αναχωρήσει αμέσως για το Βουκουρέστι σε εμπιστευτική θέση, ως σύμβουλος της στρατιάς του Δουνάβεως η οποία πολεμά τους Τούρκους, αλλά συνάπτει μία βιαστική συνθήκη, αυτήν του Βουκουρεστίου, και προετοιμάζεται να αντιμετωπίσει τον Ναπολέοντα. Ο Καποδίστριας σύντομα γίνεται διευθυντής του διπλωματικού γραφείου του στρατάρχη. Ακολουθεί τον στρατό του Τσιτσαγκώφ και γνωρίζει από κοντά την ζωή του στρατοπέδου με όλες τις κακουχίες και τους κινδύνους, όπως και τους νόμους του πολέμου. Παρευρίσκεται σε όλες τις μάχες της στρατιάς στον Νότο. Φαίνεται ότι με κάποιο τρόπο δημιουργεί μία ρωσική «αντικατασκοπεία» παρακολουθώντας τα βήματα του γαλλικού στρατού, μελετώντας τις αντιδράσεις του και υπολογίζοντας τις επόμενές του κινήσεις, και επινοεί ένα εντελώς νέο σύστημα για την ταχεία συγκέντρωση πληροφοριών, ένα είδος courier, τόσο από τα μέτωπα του πολέμου όσο και από τον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο, για την μετάδοσή τους με ταχύτερο τρόπο στα κέντρα αποφάσεων, κυρίως στην ρωσική κυβέρνηση και στον Τσάρο. Καταλαβαίνουμε ότι τα γράμματά του που δεν θέλει να διαβαστούν από κανέναν δεν διαβάζονται και δεν βρίσκονται ποτέ. Η αλληλογραφία με τον πατέρα του είναι πλέον τυπική. Είναι 36 ετών, και τα μαλλιά του έχουν ασπρίσει εντελώς.
  • Λίγο πριν την μάχη της Λειψίας, Οκτώβριος 1813, ο Τσάρος εμφανίζεται απροσδόκητα στο στρατόπεδο και λέει στον Καποδίστρια πως στο εξής δεν χρειάζεται να του γράφει υπομνήματα αλλά να του κάνει προφορικές ανακοινώσεις. Έχει εντυπωσιαστεί από την εργασία του και του ζητά να του δίνει τα κείμενά του απ’ ευθείας.
  • Και πράγματι, η άνοδος του Καποδίστρια στην ρωσική αυτοκρατορική αυλή πραγματοποιείται όταν ο Τσάρος τον επιλέγει ως διαπραγματευτή και τον στέλνει στην Ελβετία με συγκεκριμένες και σαφείς οδηγίες να αποσπάσει τους Ελβετούς από την γαλλική επιρροή, να επιτύχει την ενότητα και ειρήνευση της χώρας, και να πετύχει την ουδετερότητα της διαιρεμένης χώρας που μέχρι τότε ήταν στο πλευρό του Ναπολέοντα. Τέλος να προσεταιριστεί τους Ελβετούς την κατάλληλη στιγμή υπέρ των συμμάχων. Ο Καποδίστριας συντάσσει το σχέδιο των ενεργειών του σε 2! μέρες και το παραδίδει στον Τσάρο, σαν να γνώριζε το πρόβλημα εδώ και χρόνια. Συνεισφέρει τα μέγιστα στο ελβετικό σύνταγμα τροποποιώντας το επί το δημοκρατικότερο, και επαναφέρει την ομόνοια στην Ελβετία αποκαθιστώντας την Βέρνη ως ηγετικό καντόνι. Στην συνέχεια ανατρέπει μία πλάγια κίνηση του πανίσχυρου Μέτερνιχ, βλαπτική για την ειρήνη και την καλή συνεργασία ανάμεσα στα καντόνια. Η συμμετοχή της Γενεύης στο νέο κρατίδιο είναι δική του πρωτοβουλία, ενώ τα σύνορα της Ελβετίας βελτιώνονται και ενισχύονται τα μικρότερα και φτωχότερα καντόνια. Έκτοτε οι Ελβετοί τον έχουν σε ιδιαίτερη εκτίμηση και τον ανακηρύσσουν επίτιμο συμπολίτη τους σε δύο καντόνια.
  • Παράλληλα, όσο παραμένει στην Ελβετία, αξιοποιεί τον χρόνο του ταξειδεύοντας σε όλη την χώρα για να γνωρίσει από κοντά το εκπαιδευτικό σύστημα που εφάρμοζαν μεγάλοι Ελβετοί παιδαγωγοί, όπως και τον τρόπο λειτουργίας των ιδρυμάτων. Το όραμα της εκπαίδευσης στα Ελληνόπουλα τον ακολουθεί παντού. Σ’αυτό το διάστημα φροντίζει και φέρνει με δικές του δαπάνες αρκετά παιδιά από την Ελλάδα για να μορφωθούν σε ελβετικά εκπαιδευτήρια.
  • Απρίλιος 1814: Την είδηση της συντριβής του Ναπολέοντα την εισπράττει με ενθουσιασμό και προσδοκίες. Για πρώτη και μοναδική φορά είναι τόσο αισιόδοξος και εκδηλωτικός. Ο Τσάρος και οι σύμμαχοι μπαίνουν θριαμβευτικά στο Παρίσι, και ο Καποδίστριας αναχωρεί από την Ζυρίχη για να τον συναντήσει. Φθάνοντας στο Παρίσι μαθαίνει πως ότι το ζήτημα των Επτανήσων έχει ήδη αποφασιστεί και ότι έχουν παραχωρηθεί στην Αγγλία μαζύ με την Μάλτα. Ο Καποδίστριας πικραίνεται βαθιά παρ’ όλο που ο Τσάρος προσπαθεί να τον πείσει πως το θέμα των Ιονίων θα ξανασυζητηθεί στο συνέδριο της Βιέννης. Ο Καποδίστριας δεν έχει πλέον ψευδαισθήσεις, γνωρίζει την σοβαρότητα της κατάστασης και της ανθελληνικής πολιτικής των Άγγλων. Γράφει χαρακτηριστικά στην Ρωξάνδρα Στούρτζα «δεν αγαπούν οι Άγγλοι να παραχωρούν τον λόγον εις εκείνους οι οποίοι δύνανται επιτυχώς να υπερασπίσουν τα εθνικά των συμφέροντα».

 

  • Το καλοκαίρι του 1814 ιδρύεται φανερά η δική μας Φιλική Εταιρεία στην Οδησσό.
  • Ο Καποδίστριας παραμένει στην Ελβετία τελειώνοντας τις εκεί υποθέσεις και προετοιμάζεται να έρθει στην Βιέννη το φθινόπωρο για την έναρξη το πρώτου συνεδρίου. Όσο διαμένει στην Ελβετία γράφει στην Ρωξάνδρα: «…. Επιτρέψετέ μου να σας ειπώ μία λέξη για τις προσωπικές μου υποθέσεις, εφ’όσον γνωρίζω ότι ενδιαφέρεσθε ειλικρινέστατα γι’ αυτό… Αλλά ο αυτοκράτωρ υπερβαίνοντας όλες τις ελπίδες μου με προειδοποίησε ότι με κανέναν τρόπο δεν έπρεπε να θεωρώ τον εαυτό μου αποκατεστημένο οριστικώς σε αυτήν την χώρα… μπορεί να φαντασθείς καλά με πόση δραστηριότητα αγωνίζομαι να τελειώσω το ταχύτερο τις ελβετικές περίπλοκες υποθέσεις… οι Ελβετοί με θεωρούν σύμφωνα με τον χαρακτήρα τους ως έναν πραγματικό δημοκράτη… γνωρίζεις άλλωστε ότι μονάχα το πρόσωπο του δημοκράτη μπορώ να έχω… μόνον αυτό το πρόσωπο είναι το ιδικό μου… έχω πάντοτε στον νου μου και με την γλυκύτερη ψυχική ευχαρίστηση το σχέδιο για το ταξείδι μου στην Καρλσρούη όπου θα σε συναντήσω… όλες οι δυσχέρειες και όλες οι στερήσεις του δυσκόλου αυτού ταξειδιού έβρισκαν εξαίρετη ψυχική ανακούφιση με την ύπαρξη αυτής της σκέψεως, ότι θα σε συναντούσα…» «…από την στιγμή που μου έγραψες ότι καταγίνεσαι με αυτό το έργο, το πνεύμα σου, εσύ η ιδία παρουσιάζεσαι ζωντανή στην φαντασία μου και με συνοδεύεις παντού. Όπου κι αν ταξειδέψω, στο Βερολίνο, στο Μπάουτσεν, στην Δρέσδη, στο Κουλμ, στην Λειψία, στην Φρανκφούρτη, και τελευταία στην Γαλλία, δεν είμαι ποτέ μονάχος στην άμαξά μου. Είσαι πάντοτε κοντά μου, σου κρατώ το χέρι και σου διηγούμαι όλα αυτά τα έξοχα γεγονότα που έζησα και προσθέτω τις παρατηρήσεις μου. Μερικές από αυτές είναι ήδη γραμμένες στο Ημερολόγιό μου που γράφω για σένα. Υπάρχουν και τόσες άλλες που δεν ημπορούν να γραφούν. Σου τις λέω νοερά και όταν συναντηθούμε θα τις προσφέρω όλες, και τις γραπτές και εκείνες που θέλω να σου ειπώ και δεν τις γράφω, εφ’όσον όπως σου είπα και σε άλλο γράμμα μου, όλες είναι προορισμένες για σένα… Δέξου την διαβεβαίωση και την έκφραση για τα πιο βαθιά αισθήματά μου…» Φυσικά η Ρωξάνδρα περίμενε να την ζητήσει σε γάμο, όπως και όλο το κοινό τους περιβάλλον περίμενε ότι θα αρραβωνιαστούν. Τον Οκτώβριο ο Καποδίστριας αναχωρεί για την Βιέννη όπου θα συναντήσει τον Τσάρο για το συνέδριο της Βιέννης και … την Ρωξάνδρα. Της γράφει χαρακτηριστικά «και αν μου ήταν δυνατόν να αναβάλω αυτές τις υποθέσεις που με αναγκάζουν να παρευρεθώ εκεί για συζητήσεις θα έφθανα αμέσως στο Schaff house με την ελπίδα να σε συναντήσω και να σου εκφράσω δια ζώσης όσα επιθυμώ…» Όμως η συνάντηση θα γίνει στην Βιέννη όπου η Ρωξάνδρα θα δει τον Ιωάννη Καποδίστρια μαζύ με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη να κατευθύνονται προς την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Ο Καποδίστριας εμφανίζεται απόμακρος και μελαγχολικός στην Βιέννη. Οι πάντες καταλαβαίνουν ότι είναι αποτραβηγμένος στον εαυτό του ενώ θα έπρεπε να είναι εξαιρετικά χαρούμενος μετά από την ανέλπιστη εύνοια του Τσάρου και τον διορισμό του ως ιδιαίτερο σύμβουλό του. Δεν ζητά να δει την Ρωξάνδρα αφού περάσουν αρκετές μέρες αγωνίας για κείνη, και την συναντά μόνο μαζύ με άλλους στο σπίτι των γονιών της. Όταν τελικά ζητά να την δει μόνη της της προσφέρει ένα δαχτυλίδι και της ζητά να το δεχθεί. Εξηγεί ότι το έχει κάνει ειδική παραγγελία στην Βιέννη, και αναπαριστά μία πεταλούδα που καίγεται επάνω σε τρεις φλόγες. Όμως δεν της εξηγεί τίποτα: «σ’ευχαριστώ που το δέχθηκες. Θέλω να το φοράς πάντοτε. Και να με θυμάσαι. Δεν έχει αλλάξει τίποτα μέσα στην καρδιά μου από όσα σου έγραφα. Και δεν θα αλλάξει ποτέ… δυστυχώς όμως, μόλις έφθασα στην Βιέννη άλλαξε η πορεία και η μοίρα της ζωής μου. Πρέπει να θυσιάσω, ίσως για πάντα, όσα θα μου χάριζαν και προσωπική ευτυχία. Πρέπει να προσφέρω τον εαυτό μου ολόκληρο θυσία στους αγώνες για την πατρίδα μας, για την Ελλάδα. Κι αυτόν τον δρόμο της θυσίας πρέπει να τον βαδίσω μόνος μου… Εντελώς μονάχος μου. Σε παρακαλώ μην ζητήσεις να σου ειπώ τίποτε άλλο. Δεν αντέχω…» Στην δεύτερη συνάντησή τους που την επιζητά εκείνη και τον ρωτά ευθέως εκείνος ξεφεύγει διπλωματικά! και υπόσχονται αμοιβαία να μην χαθούν και διατηρούν τουλάχιστον αλληλογραφία. Η Ρωξάνδρα στην συνέχεια περνά δύσκολες μέρες διότι είναι υποχρεωμένη να παντρευτεί, μάλιστα η Τσαρίνα στην οποία είναι μία από τις κυρίες των τιμών της προξενεύει έναν Γερμανό βαρώνο ξάδελφό της. Δεν είναι ένας ευτυχισμένος γάμος, δεν υπάρχουν παιδιά, και κάποια φορά εκείνη αποφασίζει και φεύγει, και πηγαίνει στο κτήμα της στην Βεσσαραβία. Δέκα χρόνια αργότερα, ο Καποδίστριας της γράφει όταν οι προσπάθειες να συναντηθούν στην Γερμανία αποτυγχάνουν: «Οι απέραντες αποστάσεις που σας χωρίζουν τώρα σας στερούν ταυτόχρονα και από κάθε χαρά της ζωής. Από τώρα και στο εξής μονάχα οι ελπίδες του μέλλοντος ημπορούν να σας βοηθήσουν να υποφέρετε το παρόν. Κανένας ίσως δεν γνωρίζει καλύτερα από εμένα τον θλιβερό αυτόν τρόπο της ζωής, την μοναξιά. Και κανένας δεν τον αποστρέφεται περισσότερο από εμένα… Για μερικές όμως περιπτώσεις αναγνωρίζω και παραδέχομαι ότι έχει και μερικές θετικές πλευρές, μερικά πλεονεκτήματα. Και αυτές είναι όταν οι σταθερές και αμετακίνητες αρχές μας, μας βοηθούν στο να μην παρεκκλίνουμε ποτέ από την ευθεία οδό του καθήκοντος. Οι λίγες αυτές λέξεις θα σας εξηγήσουν και το πώς βρήκα την δύναμη και μπόρεσα να ανθέξω μέχρι τώρα στην σφοδρή επιθυμία μου να συναντήσω την οικογένειά σας, και να περάσω μαζύ της τις μακρές νύκτες του χειμώνα… θα σας εξηγήσουν επίσης γιατί μου φαίνεται αδύνατον ή τουλάχιστον πολύ δύσκολο να εύρω τώρα πια, έπειτα από το σβήσιμο τόσων ελπίδων να σας συναντήσω, καλύτερο τρόπο ζωής και χρησιμοποίηση του χρόνου μου, εκτός από την μοναξιά μου μέσα στο απομονωμένο κελλί μου…τώρα γνωρίζετε την ψυχική μου κατάσταση… όπως κι εγώ γνωρίζω την δική σας…» Και οι τελευταίες του φράσεις: «γράφετέ μου συχνά. Ενημερώνετέ με για τα ταξείδια που θα κάνετε, για όλες τις κινήσεις σας… ίσως συμπέσουν κάποτε… και θέλω να πιστεύετε βαθιά ότι σας συνοδεύω πάντοτε και παντού, όπου κι αν είσθε, με τα πιο ειλικρινή αισθήματα της καρδιάς μου, με την σκέψη μου και με τις ευχές μου…»

 

  • Τον Νοέμβριο 1814 ξεκινά το συνέδριο της Βιέννης το οποίο διαρκεί αρκετούς μήνες, και είναι σημαντικό διότι είναι το πρώτο μίας σειράς συνεδρίων, και για πρώτη φορά οι ηγεμόνες αποφασίζουν να συζητήσουν αντί να κηρύξουν τον πόλεμο ο ένας στον άλλον. Ο Τσάρος, ικανοποιημένος από την επιτυχή αποστολή του Καποδίστρια στην Ελβετία ζητά την παρουσία του στο συνέδριο ως επίσημος εκπρόσωπος της Ρωσίας, αν και η ρωσική αντιπροσωπεία είναι αρκετά μεγάλη. Όταν ο Καποδίστριας φθάνει στην Βιέννη είναι το τελευταίο μέλος της αντιπροσωπείας, όμως σε σύντομο χρονικό διάστημα γίνεται ο πρώτος και ο Τσάρος τον τοποθετεί στην κορυφή της διπλωματικής ομάδας. Γίνεται αμέσως φανερή η εύνοια του Τσάρου στο πρόσωπό του, και γίνεται στόχος του διαβόητου Μέτερνιχ ο οποίος δεν διστάζει να εκδηλώσει αμέσως με ωμότητα την αντίδρασή του εναντίον της Ελλάδας και προσωπικά εναντίον του Καποδίστρια. «Κύριε Κόμη! Η Ευρώπη δε γνωρίζει Έλληνας, γνωρίζει την Οθωμανικήν Αυτοκρατορίαν υπό της οποίας την εξουσίαν είναι οι κατοικούντες σ’αυτήν Έλληνες. Δια τούτο, φαίνεται, κύριε Κόμη, υποστήριξες τόσον και άφησες εκτός Συνδέσμου της Συμμαχίας το απέραντον Οθωμανικό Κράτος, αλλά δεν θα επιτύχεις τις ελπίδες σου περί τούτων».
  • Ο Τσάρος του αναθέτει την μελέτη και την συμμετοχή στις συζητήσεις των πιο δύσκολων θεμάτων. Ο Καποδίστριας είχε γνώμη και απόψεις πρωτοποριακές και σε βάθος μελετημένες σε όλα ανεξαιρέτως τα θέματα. Επίσης ο Καποδίστριας αντιμετωπίζει την κακόβουλη και φιλότουρκη αγγλική πολιτική σε ό,τι αφορούσε την υπόδουλη Ελλάδα.
  • Κατά την διάρκεια του συνεδρίου προτείνει την ίδρυση Εταιρείας των Φίλων των Μουσών στην Βιέννη, αλλιώς Φιλομούσου, για την παροχή βοήθειας στους νεοέλληνες που διψούν για παιδεία. Για πρώτη φορά «διεθνοποιείται» το θέμα της υπόδουλης Ελλάδας μέσω της Φιλομούσου Εταιρείας, και γίνεται υπόμνηση και αναγνώριση της ύπαρξης ελληνικού έθνους το οποίο διεκδικεί την πολιτιστική του θέση μεταξύ των εθνών της Ευρώπης, με την προκάλυψη της μόρφωσης των Ελληνοπαίδων. Ο Καποδίστριας δεν σταματά να βρίσκει ευκαιρίες να ανοίγει συζήτηση για την Ελλάδα και την τραγική κατάστασή της, με τον πειστικό και γοητευτικό τρόπο που τον διακρίνει, σε όλα τα διαλείμματα των συνεδριάσεων, σε όλες τις ώρες των δεξιώσεων και γευμάτων που παρίσταται.
  • Στο Συνέδριο της Βιέννης ο Καποδίστριας συναντά για πρώτη φορά τον Εϋνάρδο, Ελβετό τραπεζίτη. Η γνωριμία τους ήταν καθοριστική, ο Εϋνάρδος γίνεται στενός φίλος και αρωγός του Καποδίστρια, και υπήρξε η ψυχή της ίδρυσης της Εθνικής Τράπεζας και ο πρώτος μεγάλος καταθέτης της το 1841. Στην Βιέννη επίσης συναντά τον παλιό του φίλο Φρειδερίκο North κόμητα Guilford, ο οποίος αργότερα αψηφώντας δυσκολίες και πάμπολλες αντιδράσεις αναλαμβάνει με ενθουσιασμό την πραγμάτωση των προτάσεων του Έλληνα φίλου του για την ίδρυση ανωτάτης σχολής στην Κέρκυρα, την Ιόνιο Ακαδημία το 1824, και ο οποίος προσφέρει γι αυτόν τον σκοπό την περιουσία του και την μόρφωσή του.
  • Τον Μάρτιο 1815 ο Ναπολέων δραπετεύει από την Έλβα, μπαίνει θριαμβευτικά στο Παρίσι, και ξεσκεπάζει μία τριμερή συμμαχία μεταξύ Άγγλων, Πρώσων και Αυστριακών που έχει αποκλείσει την Ρωσία, και την οποία είχει οσμιστεί ο Καποδίστριας και είχε προειδοποιήσει κατάλληλα τον Τσάρο αλλά εκείνος δεν το είχε πιστέψει. Τότε ο Καποδίστριας ξεκινά την επίλυση του προβλήματος της απομόνωσης της Ρωσίας από τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Επιλέγει ένα εύστοχο μέτρο, να αποσπάσει την Γαλλία από την συμμαχία της Αγγλίας και Αυστρίας και έτσι να διασπάσει τον τριμερή αντιρωσικό συνασπισμό, και ξεκινά να υποστηρίζει σθεναρά τα γαλλικά συμφέροντα. Τον ακολουθεί ολόκληρη η ρωσική αντιπροσωπεία. Τον Ιούνιο γίνεται η μάχη του Βατερλώ όπου ο Ναπολέων ηττάται, και αυτήν την φορά οι Άγγλοι, οι Αυστριακοί, και κυρίως οι Πρώσοι επιδιώκουν να επιβάλλουν βαρύτατους όρους στην ηττημένη Γαλλία και δείχνουν πρόθυμοι να την διαμελίσουν. Ο Καποδίστριας αρχικά προτείνει με γραπτό υπόμνημα την εδραίωση της τάξης και ειρήνης στην Γαλλία διότι αυτό συμφέρει στην Ευρώπη. Στην συνέχεια, μετά από παράκληση του Γάλλου πρωθυπουργού και υπουργού εξωτερικών, παίρνει την πρωτοβουλία για μία ακόμη διπλωματική κίνηση η οποία στην κυριολεξία σώζει την Γαλλία από σίγουρο διαμελισμό των εδαφών της παρά τις τεράστιες αντιδράσεις των τριών εκπροσώπων. Εκεί πετυχαίνει ανέλπιστα την ακεραιότητα της Γαλλίας. Δικαίως θεωρείται ο «από μηχανής Θεός» για την Γαλλία. Ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΗ΄προσφέρει στον Καποδίστρια χρηματικό ποσό το οποίο εκείνος αρνείται. Όταν του ζητά τι θα ήθελε εκείνος απαντά πως όταν γίνει το κράτος της Ελλάδας και αποκτήσει βιβλιοθήκη, ας του στείλει η Γαλλία τα δεύτερα βιβλία της, πράγμα που τελικώς ξεχάστηκε.
  • Στο Παρίσι επίσης πετυχαίνει τα Επτάνησα να αναγνωριστούν ως ανεξάρτητο κράτος και ελεύθερο υπό την προστασία της Αγγλίας, πράγμα που η Αγγλία δεν σεβάστηκε και κυβέρνησε απολυταρχικά.
  • Σεπτέμβριος 1815: ο Τσάρος ζητά από τον Καποδίστρια να είναι ένας από τους υπουργούς εξωτερικών. Εκείνος αρχικά μένει άφωνος, και λέει «παρ’ολίγον να μου λείψουν οι λέξεις. Βίασα τον εαυτόν μου και είπα στον αυτοκράτορα ότι η συγκίνησή μου απεδείκνυε την ένταση των συναισθημάτων της ευγνωμοσύνης που με κατείχαν». και συνεχίζει: «Μεγαλειότατε, θέλω να γνωρίζετε ακόμη δύο πράγματα: ουδέποτε θα γίνω υπήκοός σας, αλλά μόνον υπάλληλός σας. Και οσάκις ευρεθώ προ του τραγικού διλήμματος να υπηρετήσω τα συμφέροντα της αυτοκρατορίας σας ή τα συμφέροντα της σκλαβωμένης πατρίδος μου, εντίμως σας ομολογώ ότι θα ταχθώ με το μέρος της πατρίδος μου». Και η απάντηση του Τσάρου: «πολύ μεγαλοποιείτε τα πράγματα. Σέβομαι τα αισθήματά σας και προς την ιδιαιτέρα πατρίδα σας και προς την Ελλάδα και ακριβώς επειδή γνωρίζω αυτά τα αισθήματά σας επιθυμώ να σας κρατήσω κοντά μου. …Λοιπόν, θάρρος, ελπίδα εις τον Θεόν και καρτερία…» Έτσι ο Καποδίστριας επιστρέφει στην Πετρούπολη στην θέση του Γραμματέα της Επικρατείας και υπουργού των εξωτερικών υποθέσεων της Ρωσίας. Είναι 39 ετών. Είναι η κορύφωση της πολιτικής ανόδου και η επίστεψη μίας λαμπρής σταδιοδρομίας, όσο και αφετηρία μίας ακόμη λαμπρότερης, όσο και επιβράβευση των μεγάλων του προσόντων. Μέσα σε 6 χρόνια ο Ιωάννης Καποδίστριας από άγνωστος και ξένος δόκιμος υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών στην Πετρούπολη, προχώρησε στην ρωσική πρεσβεία της Βιέννης, διπλωματικός σύμβουλος της στρατιάς του Δουνάβεως, συμφιλιωτής και σύμβουλος των Ελβετών, σημαντικός παράγων ανάμεσα στους κορυφαίους διπλωμάτες στα συνέδρια της Ευρώπης, και κατέληξε στην κορυφή της ρωσικής διπλωματικής ιεραρχίας.
  • Πηγαίνοντας προς την Πετρούπολη, Ιαν.1816 για την ανάληψη των νέων καθηκόντων του εκδηλώνει την μόνιμη πεποίθησή του πως οι Έλληνες πρέπει μόνοι τους να αγωνισθούν με όλες τις δυνάμεις τους για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού χωρίς να περιμένουν την ελευθερία τους από ξένες δυνάμεις. Διότι όλες ανεξαιρέτως οι δυνάμεις ενδιαφέρονται για τα δικά τους συμφέροντα αδιαφορώντας για την δυστυχία ή την καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, και ο Καποδίστριας είναι βαθύς γνώστης της ευρωπαϊκής πολιτικής.
  • Τι πραγματοποιεί στην Πετρούπολη ως υπουργός εξωτερικών:
  • οργανώνει το υπουργείο εξωτερικών, το οποίο δεν είχε μόνιμη εγκατάσταση, και οι υπάλληλοί του ακολουθούσαν τον Τσάρο στις μετακινήσεις του.
  • φροντίζει για την εφαρμογή της συνθήκης του Βουκουρεστίου: η Πύλη την έχει αθετήσει αν και ήταν κατ’εξοχήν ευνοϊκή γι αυτήν.
  • επίσης φροντίζει για την εφαρμογή των συνθηκών στην Βιέννη και στο Παρίσι, ώστε να υπάρχει ομαλή συνεργασία με τους εκπροσώπους των άλλων χωρών.
  • φροντίζει για τις διπλωματικές σχέσεις της Ρωσίας με την Περσία που το μήλο της έριδος ήταν η Γεωργία.

Γενικώς για τους λαούς υποστηρίζει τους σταδιακούς πολιτικούς μετασχηματισμούς που τελικά θα τους οδηγούσαν στην απελευθέρωσή τους. Γι’ αυτό και αγωνίζεται τόσο πολύ για την επέκταση της παιδείας και στα Επτάνησα και στην υπόδουλη Ελλάδα, και γι’ αυτό σπουδάζει με δικά του έξοδα δεκάδες Ελληνόπουλα στα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια: «Πρέπει πρώτα να μορφωθούν οι Έλληνες και έπειτα να δημιουργηθεί η Ελλάς. Ένας μορφωμένος λαός θα ημπορούσε να διατηρήσει και να αξιοποιήσει την ελευθερία του με τον πιο δημιουργικό τρόπο».

 

  • Για την Βεσσαραβία: Μετά την παραχώρησή της στην Ρωσία η Βεσσαραβία βρισκόταν σε πρωτόγονη κατάσταση. Ο Τσάρος αναθέτει στον Καποδίστρια χωρίς κανέναν περιορισμό την διοικητική οργάνωση της νέας αυτής ρωσικής επαρχίας. Η υπόθεση της Βεσσαραβίας απασχολεί τον Καποδίστρια ιδιαίτερα, και σε τρία χρόνια δημιουργεί ένα θαύμα προόδου και ανάπτυξης σε όλους τους τομείς: εσωτερική οργάνωση, κοινωνικοί θεσμοί και γενική ευημερία.
  • Για την Πολωνία, ο Καποδίστριας δεν συμφωνεί με κανέναν τρόπο στον διαμελισμό της Πολωνίας, και με την δική του επιμονή πετυχαίνει να καθιερώσει ο Τσάρος στο πολωνικό βασίλειο ένα αντιπροσωπευτικό σύστημα το οποίο διευρύνει με την παραχώρηση ενός πολύ φιλελευθέρου συντάγματος για την εποχή, το οποίο συντάσσει ο ίδιος.
  • Για την Γερμανική Ομοσπονδία καταθέτει εμπεριστατωμένο υπόμνημα όπου αναπτύσσει τις απόψεις του για το θέμα της οργάνωσης της συγκεκριμένης ομοσπονδίας διότι δυσκολεύει την ενοποίηση της Ευρώπης και αντιδρά στις επιδιώξεις της Αυστρίας και Πρωσίας που θέλουν να υποτάξουν τον γερμανικό λαό.
  • Για την κατάργηση του δουλεμπορίου των Μαύρων: ο Καποδίστριας αφιερώνει πολύχρονους αγώνες για την κατάργηση του επαίσχυντου θεσμού του δουλεμπορίου των Μαύρων. Θεωρείται άγνωστη αλλά παρ’όλ’αυτά λαμπρή σελίδα στο έργο της ζωής του. Εναντιώνεται στην «πολιτισμένη» Αγγλία που χρησιμοποιεί σαν σκλάβους ανθρώπους μόνο επειδή είναι μαύροι, με δική του πρωτοβουλία αναφέρεται το πρόβλημα αρχικά στο συνέδριο της Βιέννης και μετά στα επόμενα. Με αυτόν τον αγώνα επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά την αγάπη στον άνθρωπο.
  • Για την Ενωμένη Ευρώπη αγωνίζεται με καταπληκτική ευστροφία να ανοίξει νέους δρόμους στην δημιουργία ενός νέου ευρωπαϊκού συστήματος. Οι αγώνες του κορυφώνονται στο Συνέδριο της Aix-la-Chapelle το 1818 όπου καταθέτει βαρυσήμαντο υπόμνημα το οποίο δικαιολογημένα χαρακτηρίζεται διεθνώς «ως το προσχέδιο για μία πανευρωπαϊκή συνεργασία και ενότητα».

 

  • Και πράγματι, στο συνέδριο της Aix-la-Chapelle, το σημερινό Aachen, προτείνει η συμμαχία των Ευρωπαίων να διευρυνθεί και να συμπεριλάβει όλα τα ευρωπαϊκά κράτη ώστε να θεωρηθεί αλληλέγγυος συμμαχία, Alliance Solidaire, ένας υπερεθνικός οργανισμός που θα εγγυάται την εσωτερική και εξωτερική ειρήνη και ασφάλεια όλων των κρατών της Ευρώπης. Είναι ο πρόδρομος της Κοινωνίας των Εθνών και του ΟΗΕ. Όλο αυτό το θέμα χαρακτηρίζει την πολιτική τόλμη και την προβαδίζουσα της εποχής σκέψη του Καποδίστρια. Επίσης σ’ αυτό το συνέδριο πετυχαίνει να θεωρηθεί η Γαλλία ισότιμο μέλος της Ευρώπης, να αποσυρθούν τα στρατεύματα κατοχής και οι οικονομικές της υποχρεώσεις να ρυθμιστούν ευνοϊκά παρά τις αντιδράσεις του Μέτερνιχ. Επίσης πετυχαίνει να μην αποφασίζεται τίποτα για τα μικρά κράτη χωρίς αυτά να έχουν προσκληθεί να λάβουν μέρος στις συνδιασκέψεις και να εκθέσουν τις απόψεις τους. Όμως ο Τσάρος ξεκινά να μην τολμά να υποστηρίξει τις προτάσεις του υπαλλήλου του, ενώ ο Μέτερνιχ θορυβημένος ξεκινά να προσεγγίζει παρασκηνιακά τον Τσάρο.
  • Μπαίνοντας το 1820 επαναστάσεις εκδηλώνονται σε όλη την Ευρώπη, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία, αναταραχές στην Γαλλία, αναταραχές και στα πανεπιστήμια των γερμανικών κρατών, όπως και στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, την Ιταλία, την Νεάπολη και το Πιεμόντε. Οι ηγεμόνες και οι εκπρόσωποί τους θορυβούνται, και ο Τσάρος ζητά να γίνει μία νέα διάσκεψη.
  • Η νέα διάσκεψη γίνεται στο Τροπάου, που βρίσκεται στην σημερινή Τσεχία, το φθινόπωρο του 1820. Η γενική ατμόσφαιρα είναι εντελώς αρνητική για τα επαναστατημένα μέρη και οι δυνάμεις θέλουν να διατηρήσουν την ησυχία τους καταπνίγοντας τις στάσεις με όποιο τρόπο. Ο Καποδίστριας υποστηρίζει «Μονάχα η συνετή και έλλογη επικράτηση των φιλελευθέρων ιδεών και όχι η επιστροφή σε παλιούς και ξεπερασμένους θεσμούς είναι εκείνο που πρέπει να αποφασιστεί». Όμως τελικά οι σύνεδροι αποφασίζουν ότι η στρατιωτική επέμβαση σε μία επαναστατημένη χώρα αναγνωρίζεται ως νόμιμη και επιβαλλόμενη! Έτσι η προσπάθεια του Καποδίστρια να επαναφέρει το ζήτημα της γενικής ευρωπαϊκής συμμαχίας πέφτει εκ νέου στο κενό, και διεξάγει τον αγώνα του φιλελευθερισμού τελείως μόνος.
  • Οι σύνεδροι συμφωνούν στην αλλαγή τόπου διεξαγωγής του συνεδρίου και επιλέγουν την πόλη Λάιμπαχ, σημερινή Λιουμπλιάνα, αρχές 1821. Η ελληνική επανάσταση ξεσπά σ’ευτές τις αντίξοες συνθήκες. Έρχεται η είδηση για το επαναστατικό κίνημα του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην Μολδοβλαχία σαν μία βόμβα, ενώ η λέξη «επανάσταση» είναι κόκκινο πανί για τους συνέδρους. Τον Φεβρουάριο ο Υψηλάντης στέλνει επιστολή στον Τσάρο κάνοντας έκκληση για την συνδρομή του. Με την παραλαβή του γράμματος όλοι στρέφονται καχύποπτα προς το μέρος του Τσάρου, υπονοώντας ότι αυτή η επανάσταση είναι δικό του έργο για να κατέβει στην Κωνσταντινούπολη. Η συμμαχία κλονίζεται και οι ηγεμόνες αναστατώνονται, ο Τσάρος οργίζεται διότι πιστεύει πως ο Υψηλάντης τον πρόδωσε και τον εξέθεσε, ο δε Μέτερνιχ εκμεταλλεύεται την κατάσταση για να παρασύρει τον διστακτικό Τσάρο με το μέρος του. Τότε ο Καποδίστριας έπρεπε να μετριάσει την οργή του Τσάρου, να δώσει ταχύτατα στους άλλους αποδείξεις για την αθωότητα του Τσάρου, και παράλληλα να προστατέψει κατά το δυνατόν τον Ελληνισμό διασώζοντας αφ’ ενός την Ελληνική Επανάσταση και προστατεύοντας τους ελληνικούς πληθυσμούς από την εκδικητικότητα των Τούρκων αφ’ ετέρου. Υποδεικνύει λοιπόν στον Τσάρο 1) να αποκηρύξει τον Υψηλάντη, και 2) να δώσει ο Τσάρος την άδεια στους Τούρκους να μπουν στις Ηγεμονίες να καταστείλουν την εξέγερση. Τα δύο αυτά μέτρα κρίθηκαν αναγκαία για να μην σταλεί ευρωπαϊκός στρατός εναντίον των Ελλήνων. Ο τραγικός κλήρος για την αποκήρυξη του κινήματος του Υψηλάντη πέφτει στον Καποδίστρια, και το γράμμα της δήλωσης έχει την υπογραφή του. Θεωρείται ότι το γράμμα αυτό προς τον Υψηλάντη ο Καποδίστριας το έγραψε με πόνο καρδιάς. Οι συμμαχικές δυνάμεις και η Πύλη ικανοποιούνται με το καταδικαστικό κείμενο της επιστολής του Καποδίστρια, για τον ίδιο όμως είναι από τις κρισιμότερες περιστάσεις στην διπλωματική του σταδιοδρομία. Ο Καποδίστριας στο συνέδριο τονίζει πως η Ελληνική Επανάσταση δεν γινόταν εναντίον κάποιου ηγεμόνος όπως η γαλλική, δηλαδή δεν είναι μία επανάσταση κοινωνική, αλλά ήταν το ξεσήκωμα ενός λαού που είχε υποστεί τα πάνδεινα από τα χέρια ενός βάρβαρου κατακτητή, ενός δυνάστη, που επεμβαίνει στην Ελλάδα για 400 χρόνια. Οι εύστοχες και πειστικές ενέργειές του πετυχαίνουν τελικά την τήρηση της «αυστηράς ουδετερότητος». Ο Μέτερνιχ ουρλιάζοντας απαιτεί άμεση επέμβαση στην Ελλάδα και επιμένει: «το κίνημα του Υψηλάντη είναι αμελητέο, διότι, για ποιο ελληνικό έθνος μιλά ο Καποδίστριας και οι φίλοι του; Το Έθνος των Ελλήνων ‘τούτους τους τελευταίους αιώνες έχει ξεπέσει στις τελευταίες βαθμίδες της εθνικής υπόστασης’». Οι σύνεδροι καταλήγουν ότι δεν πρέπει να δηλητηριαστούν οι σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ τους, ο Τσάρος εμφανίζεται πτοημένος και η φιλελεύθερη πολιτική της Πετρούπολης θάβεται οριστικά στο Λάιμπαχ. Ενώ αποφασίζουν να καταδικάσουν τα κινήματα στην Ιταλία, το κίνημα του Υψηλάντη αποσιωπείται. Αυτό αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες και ουσιαστικότερες προσφορές του Καποδίστρια στο ελληνικό έθνος και την διάσωση της επανάστασης. Με αυτόν τον τρόπο αφήνει τον απαραίτητο χρόνο να ανδρωθεί η Επανάσταση στην Πελοπόννησο που τελικά οδηγεί στην επικράτησή της και στην δημιουργία του Ελληνικού Κράτους. Ο Κων/νος Τσάτσος γράφει χαρακτηριστικά: «πόσοι είναι εκείνοι που μπορούσαν, τότε μάλιστα, να συλλάβουν σε όλη του την έκταση το πρόβλημα της ανάστασης του ελληνικού Γένους που από νέο απασχολούσε τον Καποδίστρια; Πόσοι μπορούσαν τότε να εκτιμήσουν κατά την αξία του το επίτευγμά του στο Laibach, όταν αυτός κατόρθωσε να πάρει ο Τσάρος και οι άλλοι τότε σύνεδροι μία θέση ουδέτερη απέναντι του ελληνικού απελευθερωτικού κινήματος, ενώ την ίδια ώρα άλλα ανάλογα κινήματα στην Ιταλία ρητά καταδικάστηκαν;» Οι σύνεδροι επιμένουν στην διατήρηση του status quo και θεωρούν ότι σε λίγες μέρες δεν θα γίνεται πλέον κουβέντα για Τούρκους και Έλληνες. Δίνουν συγχαρητήρια στον Καποδίστρια, τον γεμίζουν παράσημα, αλλά η αυστριακή κυβέρνηση τον έχει καταδικάσει ότι συμπαθεί τα επαναστατικά κινήματα και ο Μέτερνιχ χρησιμοποιεί κάθε μέσον για να τον δυσφημήσει και υποβιβάσει.

 

  • Ο Καποδίστριας μαντεύει την συνέχεια της θέσης του κοντά στον Τσάρο, και καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να υποστηρίζει τα συμφέροντα της Ελλάδας και να εργάζεται και ως υπουργός της Ρωσίας. Η θέση του Καποδίστρια στο υπουργείο γίνεται προβληματική, παρ ’όλ’αυτά συνεχίζει να αγωνίζεται να μεταπείσει τον Τσάρο υποστηρίζοντας ότι μόνο η δύναμη των όπλων θα μπορούσε να αναγκάσει την Τουρκία να σεβαστεί τις υποσχέσεις της και τις συνθήκες και όχι οι διαπραγματεύσεις, οι οποίες στην πραγματικότητα αυξάνουν την «αυθάδειά» της πέραν παντός ορίου. Όμως ο Τσάρος δεν τολμά και δεν μεταπείθεται, και ο Καποδίστριας καταλαβαίνει ότι έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για την θέση του στο υπουργείο. Περνά ένα δύσκολο φθινόπωρο 1821 και μία ταπεινωτική άνοιξη του 1822.

 

  • Τον Ιούνιο 1822 ο Καποδίστριας υποβάλλει την παραίτησή του. Χωρίς κανέναν δισταγμό εγκαταλείπει τιμές και δόξες και πρωτοφανή αίγλη διαλέγοντας την «έντιμη πορεία του Χρέους». Ο Τσάρος δεν την δέχεται, τον απαλλάσσει από τα καθήκοντά του και του δίνει άδεια με σημαντικές αποδοχές. Έτσι ο Καποδίστριας παύει να δρα στην ρωσική σκηνή. Τον Αύγουστο φεύγει από την Ρωσία σε ηλικία 46 ετών, και κατευθύνεται στην Γενεύη όπου νοικιάζει ένα μικρό σπίτι δύο δωματίων, και αρχίζει να ξοδεύει ελάχιστα βάζοντας ένα αυστηρό πρόγραμμα οικονομίας. Αν και φιλάσθενος διάγει ασκητικό τρόπο ζωής, τόσο που δύο χρόνια μετά συναντά την βαρώνη Charlotte de Sor, γνωστή του κυρία, η οποία εξέφρασε τον θαυμασμό της για την αυτοθυσία του, και τότε της απαντά: «Μα όχι κυρία μου, είμαι απλώς συνεπής προς τον εαυτό μου. Όταν όλα τα διαβήματα και οι ενέργειές μου, όλες οι γραπτές μου εκκλήσεις ζητούν από τις γενναιόδωρες ψυχές ψωμί και ενδύματα για τους συμπατριώτες μου, όταν αφού χτύπησα τις πόρτες των παλατιών των πλουσίων, χτύπησα μετά και τις πόρτες των καλυβιών των φτωχών για να συλλέξω τον οβολό του φτωχού, πρέπει να μπορώ να τους λέω με παρρησία: έδωσα τα πάντα πριν ζητήσω και την δική σας βοήθεια για τους αδελφούς μου».
  • Ο Καποδίστριας παραμένει στην Γενεύη για 5 χρόνια, όπου το χέρι του πέφτει κάτω παράλυτο από τις συνεχείς επιστολές που συντάσσει και αποστέλλει σε όλους τους γνωστούς του, συναδέλφους και φίλους γνωστοποιώντας το ελληνικό ζήτημα, μαζεύοντας χρήματα, ξυπνώντας το φιλελληνικό κίνημα, ιδρύοντας εταιρείες. Πολλοί τον αποκαλούν «η αόρατη δύναμη του φιλελληνισμού». Εργάζεται νυχθημερόν, και μελετά όσα προέβλεπε ότι θα χρειαζόταν η ελεύθερη χώρα Ελλάδα, διοίκηση, ελέγχους, εκπαίδευση, δημιουργία στελεχών και διπλωματικές σχέσεις. Συνεχίζει με έξοδά του να σπουδάζει νέους Έλληνες που φαίνονται έξυπνοι και ικανοί για να προσφέρουν στην πατρίδα. Χαρακτηριστικά, πολλά από τα παιδιά που ήσαν στον Ιερό Λόχο και σκοτώθηκαν μέχρι ενός ήταν παιδιά που σπούδαζε ο Καποδίστριας. Κοντά του βοηθός και αρωγός ο Γαβριήλ Εϋνάρδος, έρχεται και ο Μιχαήλ Σούτσος, – Μιχαήλ Βόδας, – ο οποίος κυνηγημένος φθάνει στην Ελβετία όπου εργάζεται δραστήρια μαζεύοντας δωρεές για τον Αγώνα. Αρχίζει μεγάλο φιλελληνικό κίνημα σε όλη την Ευρώπη.

Σ’αυτό το διάστημα, πολλοί συμπατριώτες και φίλοι του ζητούν να επιστρέψει για να μείνει στην Κέρκυρα και στην Ελλάδα, αλλά εκείνος αρνείται, διότι δεν έχει πλέον επίσημη ιδιότητα και παραμένει υπάλληλος της Ρωσίας. Το 1822 ο Οδυσσέας Ανδρούτσος του ζητά να έρθει στην Ελλάδα για να την αναλάβει. Το 1824 ο Καραϊσκάκης, «έλα εσύ που γνωρίζεις. Εμείς που ξέρουμε τον πόλεμο θα σε βοηθήσουμε».

  • Εν τω μεταξύ αρχίζουν να συμβαίνουν σημαντικά γεγονότα, δύσκολα και συχνά απελπιστικά, που όμως καταδεικνύουν ότι ο Θεός της Ελλάδας είναι κοντά μας, παρά τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες:
  • Η Ελλάδα σπαράσσεται από εμφύλιες συγκρούσεις και η κυβέρνηση αδυνατεί να κάνει ο,τιδήποτε. Το 1823 ξεσπά ο πρώτος εμφύλιος, το 1824 ο δεύτερος πιο συντριπτικός και συγκρουσιακός.
  • Ο Ιμπραήμ με τους Αιγυπτίους του εισβάλλει στην Πελοπόννησο το 1825, όπου καίει και λεηλατεί.
  • Το 1825 ξεκινά και η δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου, και ο Καποδίστριας με την βοήθεια του Εϋνάρδου και του Γερμανού φιλέλληνα βαρώνου Stein, και οι δύο στενοί συνεργάτες και φίλοι, οργανώνει σημαντική βοήθεια για τους αποκλεισμένους, με συναυλίες, καλλιτεχνικές εκθέσεις, δωρεές και πολλές εισφορές.
  • Ο υπουργός εξωτερικών της Αγγλίας Castlereagh αυτοκτονεί και την θέση του παίρνει ο G. Canning.
  • Τον Δεκέμβριο 1825 πεθαίνει ο Τσάρος Αλέξανδρος και τον διαδέχεται ο αδελφός του Νικόλαος γνωστός για τα φιλοπόλεμα αισθήματά του. Ενώ ο Αλέξανδρος θυσίασε το ελληνικό ζήτημα χάριν της διατήρησης της ειρήνης όπως επιθυμούσαν οι ευρωπαίοι ηγεμόνες, ο Νικόλαος κηρύττει ότι απορρίπτει κάθε ξένη μεσολάβηση και δίνει τελεσίγραφα στην Πύλη.

 

  • Τον Απρίλιο 1826 γίνεται η πτώση και η έξοδος του Μεσολογγίου. Ο αντίκτυπος στην Ευρώπη είναι φοβερός. Και ενώ η άλωση του Μεσολογγίου «δικαιώνει» τρόπον τινά τον Μέτερνιχ που βλέπει ότι τερματίζεται η «ελληνική περιπέτεια», το φιλελληνικό κίνημα στην Ευρώπη που ήταν σε ύφεση λόγω του αλληλοσπαραγμού των Ελλήνων αναζωπυρώνεται. Ο Καποδίστριας αν και απογοητευμένος γράφει στον Εϋνάρδο: «Αντί ν’αποθαρρυνθώμεν οφείλομεν ν’αντλήσωμεν από τον πόνο μας νέες δυνάμεις για να βοηθήσωμεν ταχέως τους αδελφούς μας στην απελπισία τους και στο πένθος… Θάρρος αγαπητέ μου φίλε. Η κρίσις είναι βαθειά. Αλλά έχω πολλήν εμπιστοσύνη στον Θεόν για να μην προσδοκώ την πληρέστερη και την ενδοξότερη επιτυχία».

 

  • Η στάση του νέου Τσάρου προβληματίζει τους Ευρωπαίους ηγεμόνες και τους εκπροσώπους τους, και ο George Canning στέλνει στην Πετρούπολη τον στρατηγό Wellington για βολιδοσκόπηση και για να διαπραγματευθεί το ελληνικό θέμα με τον Τσάρο Νικόλαο. Το πρόσχημα ήταν τα συγχαρητήρια της στέψης του, αλλά είχε ήδη ετοιμάσει με τον Ρώσο πρέσβη στον Λονδίνο Lieven σχέδιο αγγλορωσικής κοινής ενέργειας. Αποτέλεσμα της συνάντησης είναι η υπογραφή του πρωτοκόλλου της Πετρούπολης ανάμεσα σε Ρωσία και Αγγλία που δεσμεύει τους δύο μονάρχες να συμπράξουν από κοινού στην αναγνώριση ενός αυτόνομου ελληνικού κράτους υπό την επικυριαρχία του σουλτάνου. Το πρωτόκολλο της Πετρούπολης είναι η πρώτη διπλωματική πράξη αναγνώρισης της Ελλάδας ως κράτους, και στην ουσία δίνει ένα ισχυρό πλήγμα στον μηχανισμό της Συμμαχίας μέσω του οποίου ο Μέτερνιχ επέβαλε το δικό του σύστημα για την ειρήνη και την νομιμότητα στην Ευρώπη.

 

  • Τον Ιούλιο 1826 ο Καποδίστριας βλέποντας ότι δεν είναι ελεύθερος να πάει όπου θέλει, ούτε στην Πετρούπολη, ούτε στο Λονδίνο, αποφασίζει να υποβάλλει την παραίτησή του στον Τσάρο και γι αυτό στέλνει επιστολή ζητώντας ακρόαση, και την συνοδεύει με ένα υπόμνημα που συντάσσει, το οποίο αποκαλεί «η πολιτική μου καριέρα από το 1798 έως το 1822», αυτό που λανθασμένα ονομάζεται «αυτοβιογραφία», και που είναι πολύτιμο για την ιστορία της διπλωματικής του σταδιοδρομίας. Στο γράμμα αυτό εξηγεί ότι είναι απαραίτητο να απομακρυνθεί από την ενεργό υπηρεσία του στην Ρωσία. Παίρνει απάντηση τον καινούριο χρόνο ότι τον αναμένουν στην Πετρούπολη την άνοιξη του 1827! Το πράσινο φως για την Ελλάδα έχει ανάψει!

 

  • Εν τω μεταξύ ξεκινά η δεύτερη περίοδος της εθνοσυνέλευσης στην Τροιζήνα. Το συμφέρον της πατρίδας απαιτούσε να συγκεντρωθεί η νομοτελεστική εξουσία στα χέρια ενός μόνο ανθρώπου, ενώ μέχρι τότε μοιραζόταν σε πολλούς. Γι αυτό την 30 Μαρτίου: Η Εθνοσυνέλευση εκλέγει τον Ιωάννη Καποδίστρια «Κυβερνήτη της Ελλάδος» με επταετή διάρκεια θητείας. Αυτή η εκλογή δυσαρέστησε πολλούς πολιτικούς, και κυρίως τους Υδραίους, νησιώτες και άλλους πλοιοκτήτες, διότι θεωρούν πως η εξουσία ανήκει σε αυτούς που έχουν προσφέρει στην Επανάσταση, έχουν χύσει αίμα, και όχι σε κάποιον ξένο που τουλάχιστον δεν πολέμησε στα πεδία των μαχών. Αλλά κανείς δεν τολμά να εκφράσει άλλη γνώμη. Η Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος αναγράφει: «ο κόμης Ιωάννης Καποδίστριας εκλέγεται παρά της Συνελεύσεως ταύτης, εν ονόματι του Ελληνικού έθνους, Κυβερνήτης της Ελλάδος και εμπιστεύεται την νομοτελεστικήν αυτής δύναμιν».

 

  • Όμως ο Καποδίστριας δεν ήταν μόνο ο «κατά πράξιν και θεωρίαν πολιτικός Έλλην», ήταν και ο έξοχος Ευρωπαίος πολιτικός με διάσημο όνομα. Δεν διαθέτει μόνο την εξαίρετη ικανότητα και πολυμερή εμπειρία για τα πολιτικά πράγματα μετά την μακρά του σταδιοδρομία, διαθέτει και την ειδική προετοιμασία για την αποστολή του στην Ελλάδα. Μία αποστολή για την οποία προετοιμάζεται πολλά χρόνια. Την ανασυγκρότηση του ελληνικού Έθνους, την αναγνώριση του κράτους της Ελλάδας από την Ευρώπη, την κατάρτιση συντάγματος, την σύνταξη αστικής νομοθεσίας, ποινικής και εμπορικής, την οργάνωση και την εξυγίανση των οικονομικών, την ίδρυση σχολείων και την παρακολούθησή τους, την εξυγίανση της διοίκησης, είναι προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει στην Ελλάδα και έχει ήδη γνωρίσει και επιλύσει αποτελεσματικά στην Επτάνησο, την Ελβετία και την Βεσσαραβία. Ο Καποδίστριας έχει το μοναδικό προσόν να είναι συγχρόνως Έλληνας και Ευρωπαίος, και μάλιστα κορυφαίος Έλληνας και κορυφαίος Ευρωπαίος, και το ελληνικό ζήτημα κρίνεται και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Αν και ήταν μακρυά από την Ελλάδα, γνωρίζει πολύ καλά την ελληνική ψυχολογία, τα προβλήματα και την κατάσταση της χώρας. Εξ’ίσου είναι βαθύς γνώστης των ευρωπαϊκών πραγμάτων και της νοοτροπίας των Ευρωπαίων πολιτικών. Επιπλέον, ο εξαίρετος χαρακτήρας του και το υψηλό ήθος που τον διακρίνει, η απέραντη αγάπη που έχει επιδείξει προς τους δυστυχείς και απόκληρους, και τους απλούς ανθρώπους του λαού, τον καθιστούν ικανό να αντέξει ψυχικά την δυστυχία και την εξαθλίωση απίστευτης έκτασης που πρόκειται να αντιμετωπίσει ερχόμενος στην πατρίδα, και να εργαστεί υπεράνθρωπα για να την υπερνικήσει. Το ηθικό του ανάστημα είναι απαραίτητο για την ανόρθωση της ηθικής ζωής της χώρας σε μία εποχή που λόγω της Επανάστασης και της γενικής αναστάτωσης που επακολούθησε τους εμφυλίους, τις έριδες και τον αιγυπτιακό κίνδυνο τα ήθη έχουν ιδιαίτερα χαλαρώσει και οι συνειδήσεις έχουν πέσει στο ναδίρ, και στον δημόσιο και τον ιδιωτικό βίο. Αλλά και ως προς τα πολιτικά φρονήματα και την ηθικοκοινωνική ιδεολογία παρουσιάζεται κατ’ εξοχήν ενδεδειγμένος για να τοποθετηθεί στην κεφαλή της Κυβέρνησης της επαναστατημένης Ελλάδας. Είναι 51 ετών, σε πλήρη ωριμότητα, και θυμίζει την ηλικία και την προπαίδεια των αρχόντων, – των «τελέων φυλάκων» – , της Πολιτείας του Πλάτωνος, της οποίας ήταν βαθύς γνώστης. Μαθαίνει τα νέα της εκλογής του στο Βερολίνο καθ’οδόν προς την Πετρούπολη. Ο Καποδίστριας δεν διστάζει ούτε στιγμή. Έχοντας υπηρετήσει στην ζωή του υψηλά Ιδανικά, να υπακούει στην φωνή του καθήκοντος την οποία είχε πάντα την ικανότητα να διαγιγνώσκει ορθά, αποφασίζει να αποδεχθεί ασυζητητί. Γράφει στον αγαπημένο του φίλο Εϋνάρδο: «αγωνιώ να προγνωρίσω τι θέλω απογίνη και αν μοι είναι προωρισμένον να άρω τον ουρανόθεν επικαταβαίνοντά μου σταυρόν, ψήφω της εν Τροιζήνι συνελεύσεως». Στον βαρώνο Stein γράφει την φράση που κλείνει όλην την ιστορία της πορείας του Ελληνικού Έθνους: «τον ελληνικό λαό καμμιά ευσπλαχνική και ψυχόπονη επιρροή δεν τον κατευθύνει όταν ευτυχεί, και κανένα χέρι αληθινά φιλικό και ευμενές δεν τον συμπαραστέκει όταν δυστυχεί».

 

  • Απρίλιος 1827, και στην Ελλάδα οι Κόχραν και Church διαφωνούν με τον Καραϊσκάκη και ο τελευταίος τραυματίζεται θανάσιμα και πεθαίνει ανήμερα της γιορτής του. Μετά από δύο ημέρες γίνεται η πιο φριχτή μάχη του Αγώνα στον Ανάλατο όπου οι Έλληνες για πρώτη φορά υφίστανται τέτοιου μεγέθους απώλειες. Επανέρχεται ο φόβος και ο πανικός, η Στερεά χάνεται εκ νέου και χιλιάδες εξαθλιωμένων προσφύγων από παντού συρρέουν στο Ναύπλιο, στην Αίγινα και στον Πόρο.
  • Επίσης, τον ίδιο μήνα στην Αγγλία ο πρωθυπουργός της αρρωσταίνει σοβαρά και πρέπει να αντικατασταθεί. Ο βασιλιάς, απροσδοκήτως δεν δίνει εντολή για σχηματισμό κυβέρνησης στον Wellington όπως ήταν αναμενόμενο, αλλά στον αντίπαλό του George Canning.
  • Τον Μάιο ο Καποδίστριας φθάνει στην Πετρούπολη μετά από απουσία 5 ετών. Η υποδοχή από τους πάντες είναι εξαιρετικά θερμή, όπως και από την αυτοκρατορική αυλή. Εκεί παραλαμβάνει τα επίσημα έγγραφα της εκλογής του ως Κυβερνήτης της Ελλάδας. Ο Τσάρος τελικά αποδέχεται την παραίτηση του Ιωάννη Καποδίστρια μετά από 5 ακροάσεις, ακόμα και η μητέρα του Τσάρου τον συναντά και προσπαθεί να τον πείσει να παραμείνει και να εργαστεί στην Ρωσία. Ο Τσάρος του προσφέρει μεγάλο χρηματικό ποσό που θα λαμβάνει ετησίως. Εκείνος το αποποιείται γενναία διότι δεν θεωρεί ότι μπορεί να είναι αρχηγός ενός κράτους και μισθωτός ενός άλλου.
  • Καταπιάνεται αμέσως με την προσπάθεια εξεύρεσης πόρων για την Ελλάδα και την αναγνώρισή της ως ελεύθερο και ανεξάρτητο κράτος χωρίς υποτέλειες και προστασίες. Θεωρεί την εκλογή του ως την κλήση της Θείας Πρόνοιας. Ολημερίς γράφει ασταμάτητα ζητώντας την συνδρομή από όλους τους πλούσιους ομογενείς και τους φιλέλληνες.
  • Ξεκινά από την Πετρούπολη για το Λονδίνο, και κατά την διάρκεια του ταξειδιού του υπογράφεται στο Λονδίνο τον Ιούλιο η συνθήκη του Λονδίνου για την ειρήνη στην Ελλάδα. Είναι μία επανάληψη των όρων του πρωτοκόλλου της Πετρούπολης με την συμμετοχή της Γαλλίας. Σ’αυτήν καθορίζεται ο τρόπος επιβολής των όρων, δηλαδή άμεση ανακωχή των δύο μερών, και οι τρείς δυνάμεις προσφέρουν την διαμεσολάβησή τους για την επίτευξη της ειρήνης. Η συνθήκη όμως είναι αόριστη σε πολλά ουσιώδη θέματα και άδικη και για τα δύο μέρη, διότι ζητά από την Πύλη να παραχωρήσει την αυτονομία στην Ελλάδα ενώ κατέχει το μεγαλύτερο μέρος της, και από τους Έλληνες να αναγνωρίσουν την επικυριαρχία του σουλτάνου πληρώνοντας σταθερό ετήσιο φόρο. Η συνθήκη αυτή έχει επιπλέον ένα άρθρο από πρωτοβουλία του G. Canning που φοβερίζει την Πύλη πως αν δεν ακολουθήσει τις επιθυμίες των δυνάμεων εκείνες θα μεταχειρίζονταν βία: «εάν όλα δεν αποδώσουν, ας ηχήσουν τα κανόνια». Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ρωσία φυσικά θα υπέγραφε μία τέτοια συνθήκη εφ’όσον έχει ήδη δώσει τελεσίγραφο στην Πύλη, το ίδιο και η Γαλλία που θέλει να βελτιώσει το προφίλ της για να βάλει έναν δικό της πρίγκιπα ως βασιλιά στο καινούριο κράτος. Όμως είναι απίθανο ότι άλλος Άγγλος ηγέτης εκτός από τον G. Canning θα είχε υπογράψει τέτοιο κείμενο. Η συνθήκη του Λονδίνου φέρνει τους στόλους των τριών δυνάμεων στα ελληνικά νερά για την υπηρεσία των δικών τους συμφερόντων, όμως βοήθησαν μέσω αυτής της επίτευξης και τους σκοπούς της Ελλάδας. Ο G. Canning διέκρινε ότι το συμφέρον της Αγγλίας ήταν να μην αφήσει στην Ρωσία ελεύθερα τα χέρια να χειριστεί όπως ήθελε την ειρήνευση στην Ανατολή, και γι αυτό προώθησε το ελληνικό ζήτημα.
  • Για την συνθήκη του Λονδίνου πολλοί κατηγόρησαν τον Καποδίστρια ότι ενώ γνώριζε τα δυσμενή στοιχεία για την Ελλάδα, τελικά την αποδέχθηκε, ανάμεσα τους επικριτές του και ο Γ. Κορδάτος. Δεν αναφέρουν καθόλου εάν μπορούσε να ενεργήσει διαφορετικά ή να επιτύχει κάτι καλύτερο, και αποσιωπάται εντελώς ότι η επανάσταση περνούσε κρίσιμες και θανάσιμες στιγμές, ότι η Πελοπόννησος και η Στερεά και η Αττική είχαν χαθεί, ότι ο ελληνικός κόσμος είχε βουτήξει στις εμφύλιες διαμάχες και είχε κουραστεί, εξαθλιωθεί και βουτήξει στην πείνα. Ο Καποδίστριας ορθώς καταλαβαίνει ότι ο μεγάλος εχθρός της επανάστασης είναι η απομόνωση στην οποία τα ευρωπαϊκά κράτη, μαζύ και το Βατικανό, την είχαν καταδικάσει από την αρχή. Αφού δεν κατόρθωσαν να στείλουν στρατεύματα για να την καταπνίξουν όπως ήθελαν αρχικά, αποφασίζουν «αυστηρά ουδετερότητα» και την αγνοούν επισταμένα. Ο Καποδίστριας αγωνίζεται λοιπόν να διεθνοποιήσει τον αγώνα των Ελλήνων και να τον φέρει στην διεθνή επικαιρότητα, και θεωρεί πως το πρωτόκολλο της Πετρουπόλεως και η συνθήκη του Λονδίνου είναι σημαντικά βήματα για την διαρραγή του φράγματος της απομόνωσης και την προσέγγιση του ελληνικού ζητήματος. Ενεργεί με μεγάλη πολιτικότητα γνωρίζοντας να μην εκφράζει εξ’ αρχής τις απόψεις του, γι’ αυτό δέχεται την συνθήκη του Λονδίνου αδιαμαρτύρητα, αποδέχεται την επικυριαρχία του σουλτάνου και δεν αναφέρεται καθόλου στα όρια της Χώρας. Γι’ αυτόν τον λόγο από το Λονδίνο κρίνει αναγκαίο να συμβουλεύσει τους Έλληνες να αποδεχθούν και να την εφαρμόσουν πρόθυμα.

Ο Καποδίστριας φτάνει στο Λονδίνο όπου η υποδοχή από τον πολιτικό κόσμο είναι ψυχρή. Μόλις έχει υπογραφεί η συνθήκη του Λονδίνου και μαθαίνει ότι μόλις έχει πεθάνει ο G. Canning! τον οποίο ήθελε να συναντήσει και βάσιζε σ’ αυτόν τις ελπίδες του για αγγλική υποστήριξη. Οι Άγγλοι δεν τον θέλουν ούτε θα τον εκτιμήσουν ποτέ, δεν του έχουν εμπιστοσύνη, και πάντα βλέπουν στο πρόσωπό του έναν Ρώσο πράκτορα. Θυμούνται άλλωστε το πώς είχε παραπονεθεί για τον αρμοστή τους στα Επτάνησα και του το φύλαγαν αφού η στάση του τους είχε εκπλήξει, πώς ένας «μικρός» τολμά και μιλά και υψώνει φωνή διαμαρτυρίας. Ο Wellington που πήρε την θέση του πίσω μετά τον θάνατο του Canning έχει μεταβληθεί σε δριμύτατο κατήγορο της πολιτικής του προκατόχου του, παραμένει αμετάπειστος και τον παραπέμπει στον υπουργό αποικιών! Ο υφυπουργός αποικιών Χόρτον τον ρωτά: «τι θα πρέπει να εννοήσωμεν ακούγοντας ‘Ελλάδα’»…

  • Ο βασιλιάς τον συναντά και τον προσβάλλει αγνοώντας τον.
  • Τέλη Σεπτεμβρίου ο Καποδίστριας φθάνει στο Παρίσι όπου συναντά πολλούς παράγοντες, φιλέλληνες, διπλωμάτες, πρέσβεις και άλλα εξέχοντα μέλη της παρισινής κοινωνίας οι οποίοι του επεφύλαξαν θερμή και φιλική υποδοχή. Οι πολιτικοί και ο βασιλιάς Κάρολος Ι΄είναι αρχικά επιφυλακτικοί, διότι είναι προειδοποιημένοι από τους Άγγλους, και αρνούνται να παράξουν δάνειο λέγοντας ότι δεν υπάρχει ακόμη νόμιμη ελληνική κυβέρνηση για να το χειριστεί. Όμως μετά από συνομιλίες μαζύ του ο βασιλιάς Κάρολος τον δέχεται με εύνοια και τον διαβεβαιώνει ότι και εκείνος είναι θερμός υποστηρικτής της συνθήκης του Λονδίνου. Σ’αυτό το διάστημα μαθαίνουν ότι ο Ιμπραήμ πραγματοποίησε νέα απόβαση στο Ναυαρίνο με στόλο 80 πλοίων εκ των οποίων τα μισά ήταν αυστριακά. Οι σύμμαχοι προσπαθούν να ματαιώσουν την απόβαση με φιλικά διαβήματα αλλά δεν το καταφέρνουν.
  • Οκτώβριος: Γίνεται η ναυμαχία στο Ναυαρίνο, και ο Κόδριγκτον χρησιμοποιεί την απάντηση του Canning «εάν δεν εισακουσθεί ο λόγος σας μεταχειριστείτε τα πολυβόλα». Σημειωτέον ο Canning έχει πεθάνει εδώ και τρεις μήνες, αλλά οι οδηγίες του δεν είχαν αλλάξει. Οι προστριβές και μικροσυγκρούσεις και ο θάνατος ενός Άγγλου είναι η αφορμή για την ναυμαχία που καταλήγει στην καταστροφή του οθωμανικού στόλου. Η ναυμαχία του Ναυαρίνου και το αποτέλεσμά της ξεσηκώνουν θύελλα αντιδράσεων στην Κωνσταντινούπολη. Ο Ιμπραήμ συνεχίζει να καταστρέφει ακάθεκτος και μαζεύει αιχμαλώτους που στέλνει στην Αίγυπτο μαζύ με τους ασθενείς και πληγωμένους του στρατού του. Όλη η Ελλάδα αναπέμπει ευχαριστίες στον Θεό για την καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου, στην ουσία σώζεται η Επανάσταση. Στην Ρωσία η είδηση της καταστροφής του τουρκικού στόλου επιδοκιμάζεται με ανακούφιση και χαρά και ο Τσάρος Νικόλαος στέλνει συγχαρητήρια επιστολή στον Κόδριγκτον λέγοντας ότι η πολιτισμένη Ευρώπη του χρωστά διπλή ευγνωμοσύνη. Στην Γαλλία ο λαός πανηγυρίζει το γεγονός και επιβάλλει την γνώμη του στην κυβέρνησή του, και μόνη η κυβέρνηση της Αγγλίας δείχνει κεραυνόπληκτη για το ανεπιθύμητο τετελεσμένο γεγονός και δηλώνει ότι λυπάται! Ο Wellington την αποκαλεί «ανάρμοστο συμβάν» και ο βασιλιάς της Αγγλίας διακηρύσσει την αποδοκιμασία του στην ομιλία του θρόνου. Μάλιστα δρομολογούνται εκδηλώσεις αγανάκτησης εναντίον του Κόδριγκτον ο οποίος τελικά τιμωρείται με ανάκληση από την θέση του. Ας είναι σαφές πως η ναυμαχία του Ναυαρίνου ήταν εξαιρετικά ευνοϊκή προς τους Έλληνες αλλά δεν έγινε προς χάρην τους, αλλά για να επιβάλλουν οι δυνάμεις την θέλησή τους στην Πύλη και να εξασφαλίσει η κάθε μία όσο γίνεται μεγαλύτερο μερίδιο επιβολής στην ανατολική Μεσόγειο.
  • Στην συνέχεια ο Καποδίστριας πηγαίνει στην Αγκώνα και εκεί περιμένει το αγγλικό πολεμικό πλοίο που το έχουν υποσχεθεί, και το οποίο καθυστερεί 40 μέρες! Ζητά την άδεια να σταματήσει στην Κέρκυρα καθ’ οδόν προς την Ελλάδα αλλά οι Άγγλοι αρνούνται. Και στην Αγκώνα δεν μένει άπρακτος, συνεχίζει την αποστολή επιστολών με συγκινητικές εκκλήσεις προς τους Έλληνες της διασποράς και τους φιλέλληνες, και την οργάνωση των πραγμάτων και καταστάσεων που θα έβρισκε στην Ελλάδα. Για παράδειγμα γράφει στον προσωπικό του φίλο Κερκυραίο Αντρέα Μουστοξύδη και του ζητά την αρωγή του στην περίθαλψη και εκπαίδευση των ορφανών ελληνόπουλων στα διάφορα λιμάνια της Ιταλίας, την έκδοση σχολικών και εκκλησιαστικών βιβλίων για την μόρφωση των παιδιών και την τόνωση του θρησκευτικού συναισθήματος. Το πρόβλημα της απεθνοποίησής τους τον απασχολεί περισσότερο κι από την περίθαλψή τους. «Πρέπει να νοιώσουν πως η Πατρίς αγρυπνεί στο προσκέφαλό τους. Μόνον έτσι θα της ανήκουν και μίαν ημέρα θα της το ξεπληρώσουν με μεγάλες υπηρεσίες». Και για τα ελληνόπουλα γράφει: «είναι τα μόνα μου ρόδινα όνειρα».
  • Του γίνονται συστάσεις από πολλές μεριές να κατέβει στην Ελλάδα συνοδευόμενος από ισχυρή σωματοφυλακή ξένων, αλλά εκείνος τις αποκρούει ρητά και απερίφραστα. Τέλος Νοεμβρίου 1827 και όσο περιμένει στην Αγκώνα αναλαμβάνει προσωπικά το θέμα της αποστολής παξιμαδιών αντί των αλεύρων στην Ελλάδα, με έμβασμα από το Παρίσι, εξηγώντας ότι προτιμά τα παξιμάδια διότι «πρόκειται περί τροφής ανθρώπων που λιμοκτονούν». Επίσης τον απασχολεί το θέμα της διατροφής του ελληνικού λαού, και γράφει στον γεωπόνο Πικτέτ Καζενόβα στην Γενεύη διατυπώνοντας την γνώμη ότι θα ήταν φρόνιμο να καταβληθεί προσπάθεια να μάθει ο ελληνικός λαός την «τροφήν των γεωμήλων, τροφήν άγνωστον στην Ελλάδα, μόλις προ ολίγου εις τας Ιονίους νήσους αξιωθείσαν τινος προσοχής». Τον παρακαλεί να μελετήσει την πρότασή του και εάν την εγκρίνει να του στείλει βιβλία για την καλλιέργεια της πατάτας και άνθρωπο ικανό και ειδικό να αναλάβει στην Ελλάδα πρακτικά την γεωργική αυτή επιχείρηση, όπως και «ποσότητα πολλών γεωμήλων δια να σπείρωμεν».
  • Τελικά επιβιβάζεται σε άλλο πλοίο που τον πηγαίνει απροσδόκητα στην Μάλτα, όπου τον συναντά ο Κόδριγκτον. Του εξηγεί πως ήθελε να τον γνωρίσει προσωπικά γιατί το υπουργείο του στην Αγγλία του είχε συστήσει να τον προσέχει ως πανούργο και πλάνο. Και στην Μάλτα ο Καποδίστριας κερδίζει τις εντυπώσεις με τον Κόδριγκτον μετά από σύντομη συνομιλία, και αφού του υπόσχεται ότι θα τηρήσει την συνθήκη του Λονδίνου. Ο Κόδριγκτον προσφέρεται να τον συνοδεύσει στην Ελλάδα με το πλοίο του, και τότε ο Καποδίστριας ζητά και από τους άλλους δύο ναυάρχους να τον συνοδεύσουν μαζύ με το αγγλικό πλοίο, διότι δεν θέλει να δώσει το προβάδισμα σε καμμία από τις τρεις χώρες, και σε όλη την πολιτική του ήταν εξαιρετικά προσεκτικός ως προς αυτό το θέμα.
  • Ο Ιωάννης Καποδίστριας φτάνει στο Ναύπλιο τον Ιανουάριο 1828, όπου η πόλη είχε γεμίσει με δάφνες και ο κόσμος έκλαιγε. Η υποδοχή είναι αποθεωτική και ο κόσμος τον υποδέχεται σαν Μεσσία. Πάλι με την οξυδέρκειά του καταφέρνει να σταματήσουν τις ταραχές οι δύο πρωταίτιοι και να υποσχεθούν ότι θα τηρήσουν την ησυχία και την ευταξία. Διανυκτερεύει στο πλοίο διότι η επίσημη υποδοχή έπρεπε να γίνει στην Αίγινα, και όλοι οι οπλαρχηγοί, δημογέροντες και φρούραρχοι τον επισκέπτονται και τον χαιρετούν στο πλοίο. Αποβιβάζεται στην ελληνική γη στο Ναύπλιο μετά από δύο μέρες και παρακολουθεί την δοξολογία στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Πηγαίνει στην Αίγινα τρεις μέρες μετά που είναι η έδρα της προσωρινής κυβέρνησης και πρώτη πρωτεύουσα της ελεύθερης Ελλάδας. Εκεί τον περιμένουν οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης, της Βουλής και οι λοιπές αρχές. Η επίσημη και συγκλονιστική έπαρση της Ελληνικής Σημαίας στην προκυμαία της Αίγινας, «αι πυροβολικαί αντιχαιρετήσεις» όλων των πλοίων, ελληνικών και ξένων, ήταν μία μεγάλη ώρα, μία ιστορική και μοναδική ώρα για την Αίγινα, για την Ελλάδα. «Ήχησεν ο κανονιοβολισμός από όλα τα κανονιοστάσια ενώ συγχρόνως ανεπετάσθη για πρώτη φορά η ελληνική σημαία στον ιστόν! Τα τρία ξένα πολεμικά πλοία ανεπέτασαν επίσης την ελληνικήν σημαίαν επί των ιστών τους και εκανονιοβόλησαν. Ήταν η πρώτη εκ μέρους των συμμάχων δημοσία αναγνώρισις της ελληνικής σημαίας…» έγραφε η Γενική Εφημερίς της Ελλάδος. Και στην Αίγινα τον υποδέχονται ως λυτρωτή. Και εκεί εκκλησιάζεται στην εκκλησία της Παναγίας όπου αρνείται τον «θρόνο» που του είχαν ετοιμάσει και στέκεται όρθιος. Βρίσκει την κατάσταση πολύ χειρότερη από ό,τι περίμενε. Ο Γ. Τερτσέτης διασώζει τις λίγες επιγραμματικές φράσεις του Κυβερνήτη όταν φθάνει στην Αίγινα, όπου περιγράφεται το τραγικό πρόσωπο της Ελλάδας, το πρόσωπο που θ’ αγωνιζόταν να το δει να χαμογελά ως τον τραγικό του θάνατο.

Στην πρώτη του λαμπρή προκήρυξη προς τους Έλληνες ο Κυβερνήτης αρχίζει με την χαρακτηριστική φράση «Εάν ο Θεός μεθ’ημών, τις καθ’ημών»;και συνεχίζει απευθυνόμενος στον λαό: «Ευχαριστώ τον Θεόν που έφθασα επιτέλους ανάμεσά σας… σας ευγνωμονώ βαθύτατα για την χαρά με την οποίαν με δεχθήκατε… δεν ήλθε ακόμη ο καιρός για να σας φανερώσω ολόκληρη την απόδειξη της αφοσιώσεώς μου και της φιλοπατρίας μου…» Και στην εγκύκλιο προς τους στρατιωτικούς διαβεβαιώνει και γράφει: «Θα είμαι αφοσιωμένος στην εκπλήρωση των ιερών χρεών μου και ο μοναδικός μου σκοπός θα είναι η σωτηρία και η ευδαιμονία της αγαπητής μας Πατρίδος» Υπογράφει Ι. Α. Καποδίστριας και ο τίτλος του κόμητος δεν συνοδεύει πλέον την υπογραφή του. Σιγά-σιγά θα πάρει τον τίτλο του «μπάρμπα Γιάννη». Έχει φέρει μαζύ του τεράστιες ποσότητες τροφίμων και οργανώνει αμέσως συσσίτια για να θρέψει όσους πέθαιναν από την πείνα.

  • Τι αντιμετωπίζει ο Καποδίστριας ερχόμενος στην Ελλάδα: Η κατάσταση που βρίσκει είναι πολλαπλά δεινή. Έρχονται οι γραμματείς και αναφέρουν το τι έχουν να παραδώσουν:
  • Η εξόντωση του πληθυσμού από τους επαναστατικούς πολέμους, τους εμφυλίους και την επέλαση του Ιμπραήμ έχει σαν αποτέλεσμα την απώλεια σχεδόν 1/3 του πληθυσμού.
  • Οι υλικές καταστροφές ανυπολόγιστες, στην Πελοπόννησο δεν υπάρχει χωριό πόλη ή κωμόπολη με παραμικρό στέγασμα, και λόγω του Ιμπραήμ οι ελαιώνες και οι αμπελώνες αποχερσωμένοι, οι κοιλάδες πλημμυρισμένες και χιλιάδες οικογένειες ζουν σε σπηλιές ή σε ερείπια, νεκρωμένη οικονομική ζωή, οι γεωργικές εργασίες εγκαταλελειμμένες, το εμπόριο αδύνατον λόγω της ληστείας και της πειρατείας, ισχύει ο νόμος του ισχυρότερου, ανθούν το λαθρεμπόριο και η κιβδηλοποιία, και σφετερισμός των δημοσίων πόρων από τους πρόκριτους και τους ισχυρότερους.
  • Η κρατική εξουσία ανύπαρκτη, δεν υπάρχει νόμισμα, άδειο δημόσιο ταμείο, ανύπαρκτος στρατός και στόλος, ανύπαρκτα σχολεία και δικαστήρια. Το βάρος των δανείων του 24 και 25 συνεχίζει να υφίσταται, αλλά η καταβολή των δόσεων έχει διακοπεί, γι’ αυτό δεν είναι εύκολο να βρεθεί άλλο δάνειο στις ευρωπαϊκές αγορές.
  • Οι κοινωνικοί θεσμοί έχουν παραλύσει, ληστείες και πειρατείες με τα συμπαραμαρτούντα, και οι πολίτες δεν απολαμβάνουν του νόμου την υπεράσπιση.
  • Τι παραλαμβάνει ο Καποδίστριας ως Ελλάδα: ελεύθερα μέρη είναι η Αίγινα, η Σαλαμίνα, ο Πόρος από την Αττική η Ελευσίνα και τα Μέγαρα, και το Ναύπλιο. Η Μάνη, μερικά φρούρια της Πελοποννήσου όπως η Μονεμβάσια, και η Καρύταινα, η Ύδρα, οι Σπέτσες, κάποια νησιά από τις βόρειες Σποράδες και τις Κυκλάδες είναι επίσης ελεύθερα αλλά χωρίς επαφή με κεντρική διοίκηση. Ο Κιουταχής έχει καταλάβει όλη την Στερεά και Αττική, ο Ιμπραήμ βρίσκεται ακόμα στην Πελοπόννησο και ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της.
  • Τέλος, έχουν αρχίσει ήδη οι σκοτεινές ενέργειες των τριών συμμάχων, των ναυάρχων και των εκπροσώπων τους. Πολλοί δήθεν φιλέλληνες άρχισαν να συρρέουν στην Ελλάδα, όταν μάλιστα οι κυβερνήσεις τους έβλεπαν πως ο ελληνικός Αγώνας συνεχίζεται παρά τις δυσοίωνες προβλέψεις τους, αρχίζουν να στέλνουν τα όργανά τους που εμφανίζονται ως φιλέλληνες αλλά δεν είχαν καμμία διάθεση να εξυπηρετήσουν τους Έλληνες. Είχαν δικούς τους σκοπούς και εχθρικούς προς τον Αγώνα. Δυστυχώς πολλοί από τους πεινασμένους Έλληνες τους εξυπηρέτησαν και προτίμησαν την ψευδοφιλία τους.

 

  • Επομένως ο Καποδίστριας, αναλαμβάνοντας την εξουσία χρειάζεται παράλληλα να εργασθεί στο πολεμικό πεδίο, (για την απελευθέρωση των εδαφών), το διπλωματικό, (για την αναγνώριση της Ελλάδας), στην διοικητική οργάνωση του νεοσύστατου κράτους, φροντίζοντας συγχρόνως και την οικονομία, και είναι όλα κατεπείγοντα.

 

 

  • Τα έργα του Ιωάννη Καποδίστρια στην Ελλάδα ως Κυβερνήτης:
  • Φθάνοντας στην Ελλάδα ο Καποδίστριας μοιράζει καθήκοντα και εξουσίες σε όλες τις δυνάμεις και τους δυνατούς της χώρας για να τους δραστηριοποιήσει, χωρίς εξαιρέσεις και προκαλήψεις. Αναθέτει θέσεις σε κάθε άνθρωπο αξίας. Όταν του είπαν πως πολλοί από εκείνους που τον περιτριγύριζαν για να πάρουν αξιώματα είναι άνθρωποι ανίκανοι ή ακατάλληλοι, ο Καποδίστριας απαντά: «δεν πειράζει, από το χώμα που έχουμε θα φτιάξουμε και τα τσουκάλια μας». Σύντομα πολλοί αποτραβιώνται με διάφορες προφάσεις, αλλά στην ουσία η αιτία είναι η μεγάλη δυσαρέσκειά τους που το κράτος που ο Καποδίστριας προσπαθεί να δημιουργήσει βλάπτει τα συμφέροντά τους.
  • Με ελάχιστους δημόσιους υπαλλήλους  που εργάζονται εξοντωτικά αλλά αμείβονται λίγο πετυχαίνει την αποφυγή του λιμού (πείνας) αλλά και του λοιμού της πανώλους δύο φορές.
  • Οργάνωση του στρατού, τακτικού, ιππικού και τάγματος πυροβολικού. Με αυτόν τον τρόπο πετυχαίνει την ευνοϊκή έκβαση του Αγώνα και η συμβολή του Καποδίστρια σ’αυτό είναι ανεκτίμητη. Ιδρύει την Σχολή των Ευελπίδων.
  • Ασκεί πράξη παιδείας και κοινωνικής πρόνοιας αποσπώντας από τα διάφορα στρατιωτικά σώματα τους ανήλικους ψυχογυιούς των στρατιωτών που είναι ορφανά κατά κανόνα και εγκαταλελειμμένα παιδιά, τα συγκεντρώνει στον Πόρο σε καλύβια κατ’αρχάς και μετά στο μοναστήρι του νησιού.
  • Με σταθερή απόφαση και  με μετριοπάθεια αναλαμβάνει ο ίδιος την επανένταξη στην  ελληνική πλευρά των προσκυνημένων οπλαρχηγών της Στερεάς. Το καταφέρνει χωρίς αντιδράσεις ή αιματοχυσίες, ή φόβους ότι θα υπάρξουν τιμωρίες ή αντίποινα, με λεπτό χειρισμό εκ μέρους του αυτοπροσώπως.
  • Η πολεμική πολιτική του Καποδίστρια: κατ’ αρχάς επέβαλε την ηθική μεταβολή κατά την διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων. Ο ίδιος επαγρυπνούσε και απαιτούσε φιλάνθρωπο συμπεριφορά στους Τούρκους αιχμαλώτους και τα γυναικόπαιδα και επέβαλε αυστηρή τήρηση των όρων συνθηκολόγησης. Επίσης ζήτησε από τους τρεις αρχιστρατήγους, Κολοκοτρώνη, Church και Δ. Υψηλάντη την προέλαση για την ανάκτηση των εδαφών και τα τελεσίγραφα, δηλαδή να γίνει η ανάκτηση αναίμακτα διότι δεν έχει περιθώριο ο λαός να χάσει κι άλλο ανθρώπινο δυναμικό. Εκμεταλλεύτηκε την κήρυξη του ρωσοτουρκικού πολέμου τον Απρίλιο 1828, 3 μήνες μετά την άφιξή του στην Ελλάδα, και ζήτησε και αποδέχθηκε την σύμπραξη των Γάλλων οι οποίοι έστειλαν τον στρατηγό Maison με στρατό στην Πελοπόννησο για την εκδίωξη του Ιμπραήμ. Πράγματι ο Maison με τελεσίγραφο και η βοήθεια του Κόδριγκτον που πήγε στην Αλεξάνδρεια να απαιτήσει συνθήκη από τον Μεχμέτ Αλή, κατάφεραν να φύγει ο Ιμπραήμ μέσα σε δύο μήνες. Ο ίδιος ο Κυβερνήτης διηύθυνε τις πολεμικές επιχειρήσεις, και η μεγάλη του εμπειρία και έμπνευση συνέβαλε στην επιτυχία της προσπάθειας του Έθνους κατά τα δύο τελευταία έτη του Αγώνα 1828 και 1829 και στην αίσια έκβαση των προσπαθειών του για την ανάκτηση της Στερεάς Ελλάδας και τον καθορισμό των συνόρων. Αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις υπό ενιαία διοίκηση, πετυχαίνοντας αφενός να καταπολεμήσει το κατεστημένο των οπλαρχηγών και αφ’ ετέρου να παρεμποδίσει την Οθωμανική προέλαση, όπως έδειξε η Μάχη της Πέτρας, όπου ο ελληνικός στρατός εμφανίσθηκε πειθαρχημένος και συγκροτημένος στην τελευταία μάχη του Αγώνα υπό την αρχιστρατηγία του Δ.Υψηλάντη. Οι ιστορικοί αναφέρουν πως με την μάχη της Πέτρας ο Καποδίστριας ετοίμασε την ωραία σύμπτωση να τερματίσει ο Δημήτριος Υψηλάντης τον ένοπλο Αγώνα των Ελλήνων εννέα χρόνια μετά από την έναρξή του που είχε ξεκινήσει ο αδελφός του Αλέξανδρος στην Μολδοβλαχία. Ο Καποδίστριας παρέλαβε τον ένοπλο αγώνα στα λοίσθια, τον αναζωπύρωσε και τον τερμάτισε νικηφόρα. Αξιοποίησε τις θυσίες των αγωνιστών όχι μόνο για την ελευθερία της Ελλάδας, αλλά και την ανεξαρτησία της.
  • Εξάλειψη της πειρατείας στην Γραμβούσα με τον Κόδριγκτον και στις Βόρειες Σποράδες με τον Μιαούλη και Κανάρη. Η εξάλειψη έγινε κατορθωτή σε λίγες εβδομάδες ενώ είχε ταλαιπωρήσει ιδιαίτερα την ευρωπαϊκή ναυτιλία και δυσφημίσει τον ελληνικό αγώνα. Εξάλειψη της ληστείας: με την ανάπλαση της διοίκησης, την γενική βελτίωση της ζωής στην Ελλάδα, και την μέριμνα της κυβέρνησης για τους άπορους και γενικά ενδεείς η ληστεία ως δια μαγείας εξαλείφεται και η ασφάλεια αποκαθιστάται, πράγμα που παραδέχονται οι αντίπαλοι της κυβέρνησης. Ο Καποδίστριας προχώρησε σ’ αυτές τις ενέργειες με θάρρος γνωρίζοντας ότι θα έχει αντιμέτωπους καλά ριζωμένες συνήθειες ανθρώπων με τεράστια οικονομικά συμφέροντα. Πίστευε όμως ότι οι Έλληνες έπρεπε να είναι ίσοι απέναντι στους νόμους χωρίς καμμία απολύτως εξαίρεση. Ανυπολόγιστης αξίας υπηρεσία στην πατρίδα.
  • Ίδρυση δικαστηρίων: Ερχόμενος στο Ναύπλιο, ο Καποδίστριας βρήκε την Ελλάδα χωρίς δικαστική οργάνωση. Γνωρίζοντας ότι η απονομή της δικαιοσύνης αποτελεί θεμέλιο για τη δημιουργία μιας ευνομούμενης πολιτείας, ενδιαφέρθηκε προσωπικά για τη δημιουργία δικαστηρίων και τη στελέχωσή τους με το κατάλληλο προσωπικό. Θέσπισε την αναγκαία νομοθεσία, προβλέποντας για την σύνταξη ποινικού και αστικού κώδικος, ίδρυσε το Ελεγκτικό Συνέδριο, οργάνωσε σε νέες σύγχρονες βάσεις το Βουλευτικό Σώμα, την Γερουσία, τα πρώτα υπουργεία, την Γραμματεία της Επικρατείας. Οργάνωσε ακόμη, τη διοίκηση του κράτους και ίδρυσε Στατιστική Υπηρεσία, η οποία διενήργησε την πρώτη απογραφή. Λειτούργησε Εθνικό Τυπογραφείο όπου εκτυπωνόταν η επίσημη «Εφημερίς της Κυβερνήσεως» και τα αναγκαία σχολικά βιβλία. Σύστησε επίσης και γαλλικό τυπογραφείο στην Αίγινα.
  • Ο νέος Κυβερνήτης έθεσε ως στόχο να βάλει τέλος στις εμφύλιες διαμάχες και επιδόθηκε αμέσως στο έργο της δημιουργίας Κράτους εκ του μηδενός, επιδεικνύοντας αξιοζήλευτη δραστηριότητα. Ίδρυσε την Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα με τη βοήθεια του φίλου του Ελβετού τραπεζίτη Εϋνάρδου, η οποία δεν ευδοκίμησε για πολύ, αν και θεωρήθηκε το γενναιότερο οικονομικό μέτρο με το οποίο εξασφαλίστηκε κατά κύριο λόγο η ζωή της κυβέρνησης της χώρας. Ρύθμισε το νομισματικό σύστημα, καθότι ακόμη κυκλοφορούσαν τουρκικά και ξένα νομίσματα εντός της επικράτειας. Στις 28 Ιουλίου 1828 καθιέρωσε ως εθνική νομισματική μονάδα τον Φοίνικα και ίδρυσε Εθνικό Νομισματοκοπείο. Στις 24 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου οργάνωσε και την πρώτη ταχυδρομική υπηρεσία και τον Απρίλιο 1829 εξέδωσε τον πρώτο ταχυδρομικό κανονισμό.
  • Εφάρμοσε την πρακτική της απομόνωσης (καραντίνας) των κοινοτήτων που πλήττονταν από τις επιδημίες του τύφου, της ελονοσίας και άλλων μολυσματικών ασθενειών. Ίδρυσε σε πολλές πόλεις και χωριά πολιτικά και στρατιωτικά νοσοκομεία, λοιμοκαθαρτήρια και υγειονομεία σε όλα τα λιμάνια. Ιδιαίτερη ευαισθησία έδειξε για την αναγνώριση και περίθαλψη του σημαντικού αριθμού νόθων παιδιών που αυξήθηκαν ανησυχητικά με την παρουσία του γαλλικού στρατού και θέσπισε ειδικό νόμο γι’ αυτά. Οργάνωσε ειδικό νοσοκομείο όπου νοσηλεύονταν οι γυναίκες «που έπασχαν από τα γαλλικά πάθη», δηλαδή τα αφροδίσια νοσήματα που τους είχαν μεταδώσει οι Γάλλοι.
  • Προσπάθησε να ανοικοδομήσει το κατεστραμμένο εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας, ιδρύοντας πολλά αλληλοδιδακτικά σχολεία, καθώς και το Ορφανοτροφείο της Αίγινας για 500 παιδιά (το κτίριο υπάρχει ακόμα). Στην Αίγινα επίσης ίδρυσε το Κεντρικό Σχολείο για την επιμόρφωση όλων των δασκάλων που δίδασκαν στα αλληλοδιδακτικά, και για την εκπαίδευση νέων δασκάλων.
  • Έφερε πολεοδόμους, μηχανικούς και αρχιτέκτονες, Έλληνες και ξένους για την σωστή ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων πόλεων και την εκ θεμελίων ίδρυση άλλων, για την σωτηρία πολλών αρχοντικών και πύργων. Έλαβε πρωτοποριακά για την εποχή μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος, και έκανε την πρώτη διανομή εθνικών γαιών σε ακτήμονες αψηφώντας τις απειλές του Άγγλου και του Γάλλου πρέσβη.
  • Αναδιοργάνωσε την Εκκλησία και ίδρυσε την πρώτη Εκκλησιαστική Σχολή στον Πόρο για την δημιουργία μορφωμένου κλήρου. Στον μορφωμένο κλήρο και τους μορφωμένους δασκάλους στήριξε τις ελπίδες του για την αναγέννηση και την αναμόρφωση του ελληνικού λαού.
  • Ο Καποδίστριας ενδιαφέρθηκε αποφασιστικά για την Γεωργία, που αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της ελληνικής οικονομίας. Στην ουσία επανακινεί την γεωργία. Εισήγαγε πρώτος την καλλιέργεια της πατάτας. Ιδρύει τη Γεωργική Σχολή στην Τίρυνθα όπου οι νέοι σπουδαστές διδάσκονται τις σύγχρονες μεθόδους για την ανάπτυξη της γεωργίας και την επιστημονική εκμετάλλευση της γης.
  • Όσο του επέτρεψαν οι δυσμενείς καταστάσεις οργάνωσε την έρευνα και αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου και των άλλων πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, δημιούργησε νέα επαγγέλματα με την μετάκληση ειδικών από την Ελβετία. Διευκόλυνε την διακίνηση του εμπορίου και αναθεώρησε τους τελωνειακούς δασμούς καθώς και την φορολογία στην κινητή και ακίνητη περιουσία.
  • Πρότεινε την ψήφιση ειδικής αυστηρής νομοθεσίας για την διαφύλαξη των αρχαιοτήτων, και καθιέρωσε αμοιβή για όσους θα παρέδιδαν αρχαιότητες που διαρκώς ανεκάλυπταν στα χωράφια τους, στην ειδική αρχαιολογική υπηρεσία και στο πρώτο Αρχαιολογικό Μουσείο που ίδρυσε στην Αίγινα όπου διόρισε διευθυντή τον Ανδρέα Μουστοξύδη. Έλαβε αυστηρά μέτρα για την λαθραία εξαγωγή και την κλοπή αρχαιοτήτων από τους Γάλλους και τους Άγγλους.
  • Καθόρισε την διοικητική διαίρεση της χώρας: διαίρεσε την επικράτεια σε διοικητικά τμήματα, περιέλαβε σ’αυτά την Κρήτη, την Σάμο και τα Δωδεκάνησα παρ’όλο που δεν περιελήφθησαν στο κράτος. Διόρισε εκτάκτους επιτρόπους και τους ζήτησε να συστήσουν δημογεροντίες ενώ τους δίδαξε τα καθήκοντά τους.
  • Ίδρυσε ναυπηγείο στον Πόρο και στο Ναύπλιο. Εν ολίγοις, δεν υπάρχει θεσμός που να μην εγκαθιδρύθηκε από τον Ιωάννη Καποδίστρια.
  • Χειρίσθηκε σχεδόν μόνος του την εξωτερική πολιτική του νεοσύστατου κράτους με την πολύχρονη πείρα του στον διπλωματικό στίβο. Είχε το χάρισμα να μην ανακατεύει αισθήματα στην εξωτερική πολιτική. Έβλεπε το ελληνικό συμφέρον και αυτό υπηρετούσε προσπαθώντας να μεταχειριστεί προς τούτο εκείνη την ξένη δύναμη της οποίας το συμφέρον συνέκλινε κατά περίπτωση με το ελληνικό. Έδωσε σκληρές μάχες για την επέκταση των συνόρων της Ελλάδας κερδίζοντας ολόκληρη την Πελοπόννησο και ανακτώντας την Στερεά και πέτυχε διπλωματικά την ανεξαρτησία της, να μην είναι δηλαδή φόρου υποτελής στον σουλτάνο. Αντέκρουσε με γενναιότητα και σθένος τις δόλιες επεμβάσεις των ξένων δυνάμεων, κυρίως της Αγγλίας αλλά και της Γαλλίας. Παρ’όλ’αυτά κράτησε άψογες σχέσεις και προς τις τρεις δυνάμεις, συνεργάστηκε εντίμως με τους εκάστοτε εκπροσώπους τους, εκεί που υπήρχε πεδίο συνεργασίας, και αγωνίστηκε με διπλωματική ευελιξία και γνώση να αποτινάξει την ξενική ασφυκτική «προστασία» διαβλέποντας ότι θα αποτελούσε την μελλοντική κατάρα της Ελλάδας. Οι κυβερνήσεις των δύο αυτών χωρών γνώριζαν τις ικανότητές του και ότι θα μπορούσε πολύ καλά να το πετύχει, γι αυτό ξεκίνησαν να καλλιεργούν ύπουλα το έδαφος για την εξόντωσή του, με αποδέκτες, ως συνήθως, Έλληνες πρόθυμους να παίξουν τον απεχθή ρόλο τους.
  • Μία από τις ωραιότερες και βαθιά ανθρώπινες επιδιώξεις του Καποδίστρια ήταν η υπεράσπιση των δικαιωμάτων των αδυνάτων κοινωνικών τάξεων. Οι ενέργειές του αυτές μοιραία τον έφεραν σε φοβερές συγκρούσεις με τους πλούσιους πλοιοκτήτες των νησιών και τους προκρίτους της Πελοποννήσου και άλλων περιοχών, οι οποίοι είχαν αναγάγει την πειρατεία, την φοροδιαφυγή, την άρνηση καταβολής δασμών, και την μη αποδοχή των νόμων σε κεκτημένα δικαιώματα. Γνώριζε σε βάθος όλες τις συνέπειες των αποφάσεών του να δημιουργήσει ένα κράτος νομιμότητας χωρίς χαριστικές και παράνομες διακρίσεις, παρ’όλ’αυτά προσπάθησε να δημιουργήσει ένα κράτος έντιμο, ένα κράτος δικαίου και ισότιμης αντιμετώπισης όλων των τάξεων. Το όνειρό του ήταν να βοηθήσει τους Έλληνες να γίνουν έντιμοι, να αναγνωρίσουν την αξία και σημασία της εντιμότητας, αφήνοντας πίσω τις οθωμανικές συνήθειες.
  • Όσον αφορά στην χρηματοδότηση, δεν κατάφερε να πάρει σημαντικό δάνειο από τις δυνάμεις, και μεταχειρίστηκε φειδωλά τα λίγα που του παραχώρησαν οι Γάλλοι και οι Ρώσοι ως προκαταβολές, και όσα κατόρθωνε να συλλέγει από δωρεές. Η έλλειψη χρημάτων τον βασάνιζε συνεχώς, όμως δεν διανοήθηκε να συνάψει δάνεια που να βουλιάξουν την πατρίδα όπως τα προηγούμενα του Μαυροκορδάτου.
  • Ξαναχτίζει την πόλη του Ναυπλίου τηρώντας με ευλάβεια τον προϋπολογισμό. Χτίζονται πάρα πολλά κτήρια σε πολύ λίγα χρόνια ενώ το κρατικό ταμείο είναι σχεδόν πάντα άδειο. Η πραγματοποίησή τους γίνεται χάρη στις δωρεές Ελλήνων του εξωτερικού. Για το Κυβερνείο στο οποίο έμενε ο ίδιος ο Κυβερνήτης σώζεται ο προϋπολογισμός του, και δεν έχει χαθεί ούτε ένα νόμισμα.
  • Η αγάπη και η εμπιστοσύνη του απλού λαού ενισχύει τον Καποδίστρια και δίνει ελπίδες για την αίσια έκβαση της κατάστασης. Η αφοσίωση αλλά και η μεγάλη δυστυχία του λαού δημιουργεί στον ηθικά ευαίσθητο Κυβερνήτη πρόσθετη υποχρέωση να παραμείνει και να αγωνισθεί παρά τις χίλιες δυσκολίες και δυσχέρειες. Όμως η μοναξιά του είναι μεγάλη και η ιδιωτική ζωή ανύπαρκτη. Εργάζεται σκληρά και ακατάπαυστα για να βάλει τα θεμέλια του ανύπαρκτου ακόμη κράτους από τις 5 το πρωί μέχρι τις 10 το βράδυ, ή και 12 τα μεσάνυχτα. Ἡ λάμπα του δωματίου του έσβηνε στις 4 μετά τα μεσάνυχτα και άναβε ξανά στις 7 το πρωί. Είχε αδυνατίσει φοβερά από τον κόπο και τις κακουχίες. Ο γιατρός του είπε να βελτιώσει λίγο την τροφή του, ήταν επείγουσα ανάγκη για την υγεία του. Κι εκείνος απάντησε αποφασιστικά «τότε μονάχα θα βελτιώσω την τροφή μου όταν θα είμαι βέβαιος ότι δεν υπάρχει ούτε ένα Ελληνόπουλο που να πεινά…» Κάθε πρωί παίρνει το υποτυπώδες πρωινό και μετά κάθεται κοντά στο τραπεζάκι όπου σκύβουν οι δύο ξενόγλωσσοι γραμματείς του, και αρχίζει η υπαγόρευση στα γαλλικά. Αυτή συνεχιζόταν μέχρι την νύχτα! Ένα-ένα τα έγγραφα φεύγουν για να πάνε στους 11 γραφείς που τα μεταφράζουν, τα αντιγράφουν και τα φέρνουν πίσω για να υπογραφούν. Με αυτό τον τρόπο διεκπεραιώνονται όλες οι υποθέσεις του κράτους, από την εξωτερική πολιτική, τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, τα θέματα της οικονομίας, τα πιο απλά ζητήματα της δημόσιας διοίκησης και τις ευχαριστήριες επιστολές. Ο Καποδίστριας όχι μόνο στέλνει διαταγές προς όλες τις κατευθύνσεις, αλλά παρακολουθεί στενά για να διαπιστώσει εάν εφαρμόζονται οι οδηγίες του για να αντιμετωπίζει τα προβλήματα που ανακύπτουν. Με αυτόν τον τρόπο στήνει ένα ολιγομελές όργανο κεντρικής διοίκησης με όλες τις εξουσίες συγκεντρωμένες στα χέρια του. Έτσι είναι σε θέση να δρα γρήγορα, να αντιδρά ακαριαία, με μεγάλη ευελιξία και απόλυτη μυστικότητα. Πολλοί τον κατηγόρησαν και τον κατηγορούν ότι το σύστημά του δεν ήταν δημοκρατικό. Όμως ο τόπος τότε χρειαζόταν σύστημα αποτελεσματικό, και παρά τους επιδέξιους χειρισμούς του Κυβερνήτη, τίποτε δεν ήταν σίγουρο και ασφαλές, «το πλοίο της Ελλάδας ήταν κακοπαθημένο, κλυδωνιζόταν, και κινδύνευε ανά πάσα στιγμή να καταποντισθεί». Προσηνής με τον απλό λαό, συγκρουσιακός ή και απότομος με τους κοτζαμπάσηδες με τα μόνιμα αιτήματα τους για χρήματα, συνήθιζε να τους αποκαλεί ζήτουλες. Συνήθως γευμάτιζε μόνος ή με κάποιον καλεσμένο. Ήταν γνωστό ότι όσοι μετείχαν σε γεύματα εργασίας με τον Κυβερνήτη μετά πήγαιναν για φαγητό. Μετά από σύντομη ανάπαυση συνέχιζε τη δουλειά. Όταν το επέτρεπαν οι συνθήκες περπατούσε ή έκανε ιππασία για καμία ώρα. Σχεδόν δεν δειπνούσε, το βραδινό του ήταν φρούτα ή γιαούρτι. Όπως μαρτυρεί ο Θ. Κολοκοτρώνης, που τον διόρθωνε και ενδυματολογικά – «Πού πας Γιάννη ντυμένος γραφιάς» – , στις περιοδείες τους επέμενε να πληρώνει τους λογαριασμούς του.

 

  • Η διακυβέρνηση του Καποδίστρια φάνηκε υποδειγματική για το ήθος της. Αναγνωρίζοντας ότι η αρχή επιβάλλει την πληρωμή από το κράτος σε όποιον υπάλληλο εργάζεται στο Δημόσιο, απευθύνει έκκληση προς τους δυναμένους υπαλλήλους να παραιτηθούν προσωρινά ή και οριστικά από τον μισθό τους, μερικά ή ολικά, όπως και να επιδείξουν εργατικότητα πέραν της κανονικής μέχρις ότου η Πατρίδα καταφέρει να ξεπεράσει τις δεινές στιγμές. Ο Κυβερνήτης πάντως εργαζόταν και εργάστηκε μέχρι τέλους χωρίς αποδοχές παρέχοντας ο ίδιος υψηλό παράδειγμα εργατικότητας, αφοσίωσης στα κοινά και αυταπάρνησης. Όταν το Πανελλήνιο του πρότεινε να αποδεχθεί ετήσια χορηγία εκείνος αρνήθηκε κατηγορηματικά λέγοντας: «ευγνωμονώ διότι ελάβατε φροντίδα περί μισθού του Κυβερνήτου, πλην εγώ παραιτούμαι τον μισθόν αυτόν, και νομίζω ευτυχίαν μου αν το έθνος δυνηθή εις καιρούς λιγότερον κρισίμους να με χορηγήση τους τρόπους να το υπηρετήσω αξίως των ευχών μου και των ιδικών σας». Το ήθος και η ακεραιότητα της κυβέρνησης Καποδίστρια: Αρνείται να παίρνει μισθό, αρνείται και την χορηγία που προτείνει ο Κολοκοτρώνης στην Εθνοσυνέλευση και απαντά «αποστρέφομαι από το να προμηθεύω εις τον εαυτό μου τας αναπαύσεις του βίου, αι οποίαι προϋποθέτουν την ευπορίαν, ενώ ευρισκόμενα εις το μέσον ερειπίων, περικυκλωμένοι από πλήθος ολόκληρον ανθρώπων βυθισμένων εις την εσχάτην αμηχανίαν». Ζει με άκρα λιτότητα σε ένα μικρό σπίτι με δύο υπηρέτες που τον φρόντιζαν από χρόνια. Το μπαούλο με τις επίσημες φορεσιές δεν το άνοιξε ποτέ. Ντύνεται πάντα απλά που ο κόσμος στις περιοδείες επευφημεί τον εύζωνα που τον συνοδεύει και όχι τον ίδιο που φορά απλά και μαύρα ρούχα. Αυτό ήταν το καποδιστριακό υπόδειγμα ήθους για τα όργανα της διοίκησης.

 

  • Η αντιπολίτευση: Οι πάντες παραδέχονται, κυρίως για την πρώτη περίοδο, ότι επιβάλλεται η εγκαθίδρυση κυβερνητικού συστήματος διαφορετικού από τα προηγούμενα που ίσχυαν ως τότε. Όμως η κοινωνική τάξη των προκρίτων οι οποίοι είχαν συστήσει ολιγαρχία με την ανοχή των Τούρκων προτιμούν το «κομμάτιασμα» της Ελλάδας και δεν καλοβλέπουν την δημιουργία κεντρικής κυβέρνησης. Η συγκεκριμένη τάξη είναι επίσης διαιρημένη στα δύο, η μία μερίδα των πλουσίων ναυτικών οικογενειών κυρίως της Ύδρας και η άλλη των γαιοκτημόνων της Πελοποννήσου. Η σύγκρουση των συμφερόντων των δύο αυτών ομάδων και η μεταξύ τους διαμάχη προσδιορίζει κατά μέγα μέρος την πολιτική ιστορία της Επανάστασης, εκτός του ότι ήταν η κύρια αιτία των εμφυλίων πολέμων, και γενικά προξένησε πολλές συμφορές στην Ελλάδα και την εξασθένιση του Αγώνα. Σ’ αυτούς προστίθεται η τάξη των οικονομικά ισχυρών και οι πολιτικοί εκπρόσωποί τους, οι Φαναριώτες, βλέπε Μαυροκορδάτος, οι οποίοι αναγκάζονται να συμπράξουν αν και είχαν αντιδράσει στην εκλογή του Καποδίστρια στην εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, και βλέπουν την παρουσία του στην Ελλάδα με αυξανόμενη ανησυχία διότι φοβούνται την απώλεια της εξουσίας και τα πλεονεκτήματά της από τα χέρια τους. Δεν καταλαβαίνουν τίποτα από τις αποτυχίες τους, δεν αισθάνονται υπεύθυνοι στο παραμικρό για την κατάσταση που οι ίδιοι δημιούργησαν στον τόπο, και στην ουσία δεν αναγνωρίζουν ότι κάποιος άλλος μπορεί να έχει ικανότητες μεγαλύτερες από ό,τι οι ίδιοι, βιάζονται ιδιαίτερα να δουν τον Καποδίστρια να φεύγει και να πάρουν την θέση του. Επίσης και οι «λόγιοι», οι άνθρωποι του πνεύματος, που είχαν σπουδάσει και ζήσει στην Ευρώπη αλλά χωρίς καμμία πείρα εργασίας, διοίκησης ή διπλωματίας, με στενούς ορίζοντες, που υιοθετούν τις ξένες απόψεις και τις υποστηρίζουν παθιασμένα. Επηρεασμένοι από τις ιδέες της γαλλικής επανάστασης είναι εξοικειωμένοι με την λιβελλογραφία, τον εμπρηστικό λόγο, την υπερβολή και την μεγαλοστομία. Μιλούν για ιδεώδη για ώρες και μέρες και δεν υλοποιούν τίποτα. Τα δημοσιεύματά τους είναι συχνά παιδαριώδη και μαρτυρούν την μεγάλη τους άγνοια αλλά και μία απωθητική μοχθηρία.
  • Οι αιτίες που αντιδρούν στην φιλολαϊκή κυβέρνηση του Καποδίστρια: α) ακριβώς επειδή είναι φιλολαϊκή, β) η αποκατάσταση της Φιλικής Εταιρείας της οποίας το σύμβολο ο Μαυροκορδάτος είχε καταργήσει στην Α΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου το επαναφέρει ο Καποδίστριας στο εθνικό νόμισμα και οι Τσακάλωφ και Αναγνωστόπουλος χρησιμοποιούνται σε εμπιστευτικές θέσεις, γ) η αποκατάσταση του Υψηλάντη και ο διορισμός του ως αρχιστράτηγος της Ανατολικής Στερεάς που έχει το μεγαλύτερο μέρος του στρατού ενώ περιορίζονται οι αρμοδιότητες του Church είναι πλήγμα για τους πρόκριτους, δ) το μεγαλύτερο πλήγμα για τους πρόκριτους είναι η δημιουργία τακτικού στρατού ως εθνικού στρατού ο οποίος τελεί υπό τις διαταγές της Κυβέρνησης και με αυτόν τον τρόπο καταργεί τελείως τους τοπικούς στρατούς, ε) η ίδρυση δικαστηρίων όπου έναντι της δικαιοσύνης όλοι οι πολίτες είναι ίσοι, ενώ επί Τουρκοκρατίας οι πρόκριτοι στην ουσία απένεμαν την δικαιοσύνη και ήταν υπεράνω κάθε νόμου ξεχειλίζει το ποτήρι, στ) όσο για την επιβολή φόρων, και η είσπραξη να γίνεται κατ’ ευθείαν από την κυβέρνηση χωρίς την μεσολάβησή τους, ε, αυτό παραήταν, οι πρόκριτοι πια δεν θα είχαν καμμία επιρροή σε κανέναν. ζ) τέλος η ανάπτυξη της παιδείας που έχει σαν αποτέλεσμα την χειραφέτηση του λαού στρέφεται έμμεσα κατά των προκρίτων. Το θλιβερό όμως των αντιπολιτευόμενων κατά του Καποδίστρια είναι ότι συνδυάζονται πρόθυμα με πράκτορες ξένων δυνάμεων, συνεχίζοντας έτσι συνήθειες αιώνων που οι ραγιάδες αντιπάλευαν με πασάδες. Στην πραγματικότητα γίνονται οι ίδιοι υπηρέτες ενός μικρού εκπροσώπου μίας ξένης δύναμης, του οποίου ο λόγος ίσως δεν δέσμευε καθόλου τους ανωτέρους του. Οι ολιγαρχικοί και δήθεν φιλελεύθεροι αλλά στην πραγματικότητα Αγγλόφιλοι κυκλοφορούν τις απόψεις που δυστυχώς γίνονται πιστευτές ότι οι Άγγλοι είναι πρόθυμοι να υποστηρίξουν τους Έλληνες για να γίνει η Ελλάδα σπουδαίο κράτος. Η αντιπολίτευση λοιπόν έχει σαν έμβλημα το σύνταγμα, ζητούν «σύνταγμα» και «σύνταγμα».

 

  • Έτσι οι άνθρωποι που ομόφωνα επέλεξαν τον Καποδίστρια για να έρθει να τους διοικήσει, δεν αντελήφθησαν ότι έδωσαν τόση εξουσία σε έναν ενάρετο άνθρωπο. Η νοοτροπία τους, αυτή της επιβίωσης πάση θυσία για αιώνες, τους έλεγε πως ακόμη και με τους Τούρκους τα είχαν βρει, δεν θα τα έβρισκαν με αυτόν που είχαν οι ίδιοι επιλέξει; Δεν είναι ικανοποιημένοι και βλέπουν σε κάθε, μα κάθε δράση του Καποδίστρια ύποπτες κινήσεις και επιλήψιμες επιλογές που αποσκοπούν στην εξόντωσή τους. Το μίσος τους γίνεται θανάσιμο και τροφοδοτείται από τον φθόνο των Φαναριωτών. Μετανοιώνουν τώρα που εξέλεξαν έναν Κυβερνήτη και του εμπιστεύθηκαν την άσκηση των δικών τους εξουσιών, που του έδωσαν απερίσκεπτα τα δικαιώματά τους σε μία στιγμή πατριωτικής έξαρσης επειδή απειλείτο η πατρίδα. Αυτό που βλέπουν τώρα μπροστά τους είναι η ανάγκη να ομονοήσουν για να τον ανατρέψουν. Η Ύδρα μεταβάλλεται σε καταφύγιο των εχθρών της Κυβέρνησης και σε δυναμική αντιπολιτευτική εστία. Εκεί καταφεύγουν οι στασιαστές όπως ο Καρατάσος, οι λόγιοι όπως ο Πολυζωίδης που έχοντας λάβει απαγόρευση στο Ναύπλιο εκδίδει πλέον την εφημερίδα του «Απόλλων» και συνεχίζει τις ύβρεις κατά του Κυβερνήτη, και βεβαίως ο Μαυροκορδάτος ο οποίος πολύ έξυπνα χειραγωγεί τους αντιδραστικούς και διοργανώνει τα όσα επακολούθησαν. Έτσι ξεκινά ένας απίστευτος σωρός άδικων κρίσεων εναντίον του Καποδίστρια, πλήρης παρανοήσεων και συκοφαντιών. Ο Καποδίστριας σαν υπεύθυνος ηγέτης δεν μπορούσε να παρακολουθήσει τις στενόκαρδες σκέψεις, τις έριδες και τις δολοπλοκίες στις οποίες μετείχαν όλοι της αντιπολίτευσης. Αφιέρωνε τον χρόνο του στα μεγάλα και παραμέριζε τα μικρά.

 

  • Μόνο η τάξη των φτωχών ναυτών και τεχνιτών και του φτωχού αγροτικού λαού βλέπει τον Καποδίστρια ως ελευθερωτή από τους Τούρκους και προστάτη από τους πρόκριτους. Στους τελευταίους συνυπολογίζονται και τα ένοπλα τμήματα. Η ασφάλεια επανέρχεται στην Ελλάδα, και η δουλειά ξαναρχίζει. Η παραγωγή σημειώνει άνοδο και ο λαός λατρεύει τον μπάρμπα-Γιάννη. Οι αγρότες και οι τσομπάνοι τον βλέπουν ως φύλακα Άγγελο.

 

  • Ήδη από το φθινόπωρο του 1828 αρχίζουν αντιδράσεις εναντίον του Καποδίστρια και αρχίζουν οι παραιτήσεις από το Πανελλήνιο, το σώμα που ίδρυσε ο Καποδίστριας αντί της Βουλής. Οι Υδραίοι και οι Κουντουριώτηδες ζητούν υπέρογκα ποσά για αποζημιώσεις ενώ δεν έχουν καν ελεγχθεί. Αντιδρά και το ίδιο το Πανελλήνιο όταν δεν έχει λάβει το οριστικό κείμενο του υπομνήματος προς τους πρέσβεις στον Πόρο. Αντιδρούν διάφοροι οπλαρχηγοί όπως οι Μαυρομιχάληδες που ζητούν και συχνά απαιτούν χρηματικά βοηθήματα ενώ παράλληλα στασιάζουν ή υποκινούν στάσεις βοηθούμενοι από τους Γάλλους, στους οποίους οι ίδιοι είχαν προστρέξει. Με την προσπάθεια δημιουργίας κτηματολογίου εκδηλώνονται οι δυσαρμονίες με τους Αγωνιστές και τους προύχοντες. Έτσι ανακόπτεται η προσπάθεια να συνταχθεί κτηματολόγιο. Αρχίζει και αντιδρά και ο Church το καλοκαίρι 1829 και εκφράζεται δυσμενώς κατά του Καποδίστρια και τον αποκαλεί «ατύχημα». Μετά την Δ’Εθνοσυνέλευση η αντιπολίτευση και οι ολιγαρχικοί δεν θέλουν να παραδεχθούν την ήττα τους και συσπειρώνουν γύρω τους όλα τα αντικαποδιστριακά στοιχεία.

 

  • Παραιτείται και ο Μιαούλης, ο οποίος με την παραίτησή του ζητά να του παραχωρηθεί κτήμα στην Αργολίδα. Ο Καποδίστριας που τον εκτιμούσε και είχε μέχρι τότε συνεργαστεί μαζύ του πραγματικά στενοχωρήθηκε αλλά φρόντισε αυτοπροσώπως να του δοθεί αυτό που ζητούσε και του έγραψε και επιστολή ελπίζοντας ότι ο Μιαούλης θα αλλάξει γνώμη. Όμως εκείνος δεν άλλαξε ούτε γνώμη ούτε πολιτική στάση.

 

  • Τον Μάρτιο 1829 ο Γκαίτε κάνει μία θλιβερή και απαισιόδοξη πρόβλεψη: «θα σας φανερώσω ένα πολιτικό μυστικό, που αργά ή γρήγορα δυστυχώς θα πραγματοποιηθεί. Ο Καποδίστριας δεν θα μπορέσει να κρατηθεί για μακρό χρονικό διάστημα στην διοίκηση των ελληνικών πραγμάτων, γιατί δεν διαθέτει την απαραίτητη γι αυτές τις καταστάσεις ιδιότητα: δεν είναι στρατιωτικός. Δεν έχουμε κανένα παράδειγμα, κατά το οποίο άνθρωπος του γραφείου και του πνεύματος να μπορέσει να διοικήσει ένα επαναστατημένο κράτος και να υποτάξει σε νόμους στρατιωτικούς και στρατηγούς και κοτζαμπάσηδες. Με το σπαθί στο χέρι, και ως αρχηγός του στρατού, μπορείς να διατάσσεις, να νομοθετείς και να επιβάλλεις τήρηση των νόμων, οπότε ημπορείς να είσαι βέβαιος ότι θα σε υπακούσουν και θα πειθαρχήσουν. Χωρίς όμως την στρατιωτική σπάθη είναι αμφίβολη η επιτυχία… και ο Καποδίστριας δεν κρατάει σπαθί…σας το προλέγω… δεν είναι δυνατόν να γίνει διαφορετικά…»

 

  • 1830 γίνεται νέο πρωτόκολλο/συνθήκη στο Λονδίνο το οποίο είναι δυσμενές για την Ελλάδα. Τα όρια της χώρας δεν είναι τα αναμενόμενα και τα υποσχεθέντα στον Καποδίστρια, οι δυνάμεις δεν αναγνωρίζουν όλη την Ακαρνανία και μέρος της Αιτωλίας, και γίνεται η επιλογή του Λεοπόλδου πρίγκηπα του Σαξ Κόμπουργκ ως ηγεμόνα για την Ελλάδα. Απαιτούν μάλιστα τα ελληνικά στρατεύματα να φύγουν αμέσως από την Στερεά. Η ικανότητα του Κυβερνήτη και διπλωματική ευστροφία θα συντελέσουν στην υπαναχώρηση των Δυνάμεων, και μετά από επίμονες και επίπονες διαπραγματεύσεις εκ μέρους του Κυβερνήτη στην αποδοχή των προτάσεών του, που η τελική αποδοχή θα γίνει μετά τον θάνατό του.
  • 1831 οι αντιπρέσβεις Γαλλίας και Αγγλίας αναγνωρίζουν στον εαυτό τους αυξημένα δικαιώματα, δοσμένα από την αντιπολίτευση και κρίνουν ότι πρέπει να λένε στον Καποδίστρια τι να κάνει! Η ανάμειξή τους καταντά σκανδαλώδης.
  • Η Υδραίικη αντιπολίτευση παίρνει με το μέρος της τους κατοίκους της Σύρου, τους Χίους που έχουν διαφύγει εκεί. Η Σύρος που πλήρωνε φόρους κατ’ευθείαν στην κυβέρνηση σταματά να πληρώνει και παρασύρει μαζύ της και άλλα νησιά των Κυκλάδων πλην της Τήνου. Επίσης παίρνει με το μέρος της τον Αδαμάντιο Κοραή, ο οποίος αν και είχε μοιραστεί το όραμα της εκπαίδευσης των Ελληνόπουλων με τον Καποδίστρια, εκδηλώνει από το Παρίσι την ανησυχία του για την εκλογή του ως Κυβερνήτη. Αγνοεί την πραγματικότητα της Ελλάδας, αγνοεί το κείμενο του Συντάγματος της Τροιζήνας όπως και τα γεγονότα με την χρονολογική σειρά τους. Θεωρεί απαράδεκτο για μία Δημοκρατία να έχει ένα πρόσωπο ως Κυβερνήτη που να συγκεντρώνει και τις τρεις εξουσίες. Γίνεται τώρα κι αυτός εχθρός του Κυβερνήτη και τον αποκαλεί κι αυτός «τύραννο», «όργανο της Ρωσίας», και «απερίτμητο Τούρκο». Εκφράζει τις αρχές της γαλλικής επανάστασης και ονειρεύεται ένα καθεστώς με σύνταγμα, ελευθερίες κτλ. υιοθετώντας ανεπιφύλακτα όλες τις κατηγορίες των αντικαποδιστριακών. Γράφει και δημοσιεύει λιβελογραφήματα κατά του Καποδίστρια, και μάλιστα δημοσιεύει λιβελογράφημα μετά την δολοφονία του Κυβερνήτη. Παίρνει και τον Γεώργιο Σισίνη ο οποίος ως πρόεδρος της Γερουσίας υπογράφει το υπόμνημα για τον Λεοπόλδο, όμως μετά υπογράφει και την αντικυβερνητική αναφορά! Και στην συνέχεια απολύεται από την θέση του.

 

  • Οι Υδραίοι και ο Μαυροκορδάτος τον Ιούλιο 1831 στέλνουν τον Αντώνη Κριεζή στον Πόρο να καταλάβει τα κυβερνητικά πλοία, και στην συνέχεια στέλνουν τον Μιαούλη και του ζητούν να καταλάβει τον ναύσταθμο του Πόρου, πριν προλάβει ο διοικητής του Κανάρης να έλθει εναντίον της Ύδρας. Ο Καποδίστριας χαρακτήρισε την όλη δράση «πειρατική» και ζήτησε επίσημα μέσω των αντιπρέσβεων την αρωγή των αρχηγών των συμμαχικών μοιρών για να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Ανταποκρίνεται μόνο ο ναύαρχος Ρίκορντ της Ρωσίας και προβαίνει να επιτεθεί κατά των στασιαστών. Πράγματι, ο Ρώσος ναύαρχος απέκλεισε το ναύσταθμο και προ του κινδύνου να συλληφθεί ο Μιαούλης ανατίναξε τη φρεγάτα Ελλάςκαι την κορβέτα Ύδρα, τα δύο πιο αξιόπλοα πλοία του ελληνικού στόλου, και διέφυγε στην Ύδρα. Από καθαρή τύχη και την αυτοθυσία ναυτών γλύτωσαν η «Καρτερία» και ολόκληρος ο ναύσταθμος. Ο Μιαούλης είπε ότι προτίμησε να τα ανατινάξει παρά να τα αφήσει να παραδοθούν στον Κυβερνήτη που είναι Ρώσος και τύραννος. Αργότερα παραδέχθηκε ότι παρασύρθηκε από τον Μαυροκορδάτο.

 

  • Μοιραία στάθηκε η αντιπαλότητα του Καποδίστρια με τους Μαυρομιχάληδες, την ισχυρότερη οικογένεια της Μάνης. Ο Καποδίστριας διέταξε τη σύλληψή του Πετρόμπεη και τον εγκλεισμό του στη φυλακή μετά από την διαγωγή του που ήταν υποστηρικτική στις επαναστάσεις των Μανιατών ενώ μετείχε της Γερουσίας. Τον αδελφό του Κωνσταντίνο και τον υιό του Γεώργιο τους κρατούσε στο Ναύπλιο, όπου είχε μεταφερθεί η πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους.

 

  • Στις 14 Σεπτεμβρίου ο Καποδίστριας γράφει στον Εϋνάρδο: «Οι ναύαρχοι και οι πρέσβεις της Γαλλίας και της Αγγλίας προσφέρουν ξεχωριστή φιλία στους Υδραίους επαναστάτες, ενώ απαξιούν να στηρίξουν ηθικώς την ελληνική κυβέρνηση… είναι φανερό ότι τα ελληνικά κινήματα, Μανιατών και Υδραίων, είναι καρποί και αποτέλεσμα των αγώνων ξένων ανθρώπων, που τα δημιούργησαν για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων, και εναντίον της Ελλάδος!… Ας λέγουν και ας γράφουν ό,τι θέλουν. Θα έλθη όμως κάποτε καιρός ότε οι άνθρωποι κρίνονται όχι σύμφωνα με όσα είπον ή έγραψαν περί των πράξεών των, αλλά κατ’αυτήν την μαρτυρίαν των πράξεών των. Υπ’αυτής της πίστεως, ως αξιώματος, δυναμούμενος έζησα μέσα εις τον κόσμον μέχρι τώρα, οπότε ευρίσκομαι εις την δύσιν της ζωής μου, και υπήρξα πάντοτε ευχαριστημένος δια τούτο. Μου είναι αδύνατον πλέον να αλλάξω τώρα. Θα συνεχίσω εκπληρών πάντοτε το χρέος μου, ουδόλως φροντίζων περί του εαυτού μου, και ας γίνη ό,τι γίνη».
  • Είχαν συστήσει στον Καποδίστρια να φυλάγεται, γιατί είχε ακουστεί πως ετοιμάζονταν να τον δολοφονήσουν. «Δεν φοβάμαι, γιατί δεν έχω σκοτώσει κανέναν» είχε πει στον Κανέλλο Δεληγιάννη πρόκριτο της Πελοποννήσου, απαντώντας του πλαγίως όταν εκείνος τον απεκάλεσε «δήμιο», 6 ημέρες πριν την δολοφονία του.

 

  • Στο Άργος οι συνωμότες διενεργούν μυστικά εράνους για να πληρώσουν τους δολοφόνους του Καποδίστρια. Μέχρι που ζήτησαν οικονομική συνδρομή από τον Δημήτριο Υψηλάντη, ο οποίος τους απάντησε «όχι, ο Καποδίστριας δεν είναι τύραννος και η τυραννοκτονία δεν είναι αρετή. Εάν ήτο, εγώ ο ίδιος θα τον εφόνευα, δεν θα εμίσθωνα δολοφόνους». Λέγεται πως ο υπηρέτης του κάποιες μέρες πριν την δολοφονία του ομολόγησε πως είχε πληρωθεί για να του ρίξει φαρμάκι στο πρωινό του, αλλά την τελευταία στιγμή μετάνοιωσε και το ομολογεί στον ίδιο. Επίσης ο τελάλης στο Ναύπλιο του λέει, «κύτταξε, Κυβερνήτη μου, θα σε σκοτώσουν». Λέγεται επίσης ότι την παραμονή της 27ης Σεπτεμβρίου η Ελληνίδα φίλη ενός Γάλλου αξιωματικού πληροφορείται από τον ίδιο ότι ξημερώνοντας οι Μαυρομιχαλαίοι θα τον δολοφονούσαν όταν ο Κυβερνήτης θα πήγαινε στην εκκλησία. Οι Γάλλοι ήταν καλά ενημερωμένοι. Αλαφιασμένη και έντρομη και χωρίς να πει τίποτα στον Γάλλο φίλο της τρέχει στο Κυβερνείο και χτυπά την πόρτα με αγωνία. Κατ’άλλους το ομολογεί στον διοικητή του Ναυπλίου Κ. Αξιώτη και εκείνος, τρεις μέρες πριν την Κυριακή 27/9, πηγαίνει να ενημερώσει τον Καποδίστρια. Εκείνος καθόταν ακόμη στο γραφείο του και μελετούσε τα έγγραφα με τις αγωνιώδεις πληροφορίες που έφθαναν από όλη την Ελλάδα για τις επαναστατικές ταραχές στην Σπάρτη, στο Λιμένι, στην Μάνη, στην Καλαμάτα, στην Σύρο, την Ύδρα, Θήβα, Ελευσίνα και αλλού. Μαθαίνοντας τα νέα προσπάθησε να τον καθησυχάσει λέγοντας «δεν θα τολμήσουν να το κάνουν αυτό το έγκλημα οι Μαυρομιχάλες, θα σεβαστούν τα άσπρα μου μαλλιά». Λέγεται επίσης ότι οι πιστοί συνεργάτες του είχαν πληροφορηθεί τις προθέσεις των δύο Μαυρομιχαλαίων, ένας από αυτούς και ο Νικόλαος Σπηλιάδης τον παρακάλεσαν να απομακρυνθεί από το Ναύπλιο, και εκείνος αρνήθηκε κατηγορηματικά λέγοντας να μην «του αφαιρούν με τους φόβους τους πολύτιμον χρόνον για τις ανάγκες του Έθνους…» Με άλλα λόγια, ήταν διάχυτο στην ατμόσφαιρα ότι θα δολοφονηθεί.

 

  • Ο Καποδίστριας ξεκινά την Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου για να πάει στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδονος – πηγαίνει και εκκλησιάζεται στον Άγιο Σπυρίδονα για να βρίσκεται σε επαφή με την γενέτειρά του, – με συνοδεία δύο ατόμων, ο ένας ο μονόχειρας Κοζώνης. Οι δύο Μαυρομιχάληδες τον περιμένουν ο ένας δεξιά και ο άλλος αριστερά της εισόδου, και ο ένας τον πυροβολεί στο κεφάλι ενώ ο δεύτερος τον μαχαιρώνει στην κοιλιά. Πυροβολεί εναντίον του Κυβερνήτη και ο Καραγιάννης ο ένας από τους δύο φύλακες των Μαυρομιχαλαίων οι οποίοι γίνανε στην συνέχεια φίλοι και συνεργοί, αλλά αστοχεί, το ίχνος της σφαίρας σώζεται δίπλα από την είσοδο της εκκλησίας. Ο μονόχειρας Κοζώνης πυροβόλησε τον Κων/νο, ο οποίος στην συνέχεια, αδυνατώντας να διαφύγει πιάστηκε από το οργισμένο πλήθος και θανατώθηκε φριχτά. Ο Γεώργιος διέφυγε τελικά στο σπίτι του αντιπρέσβη Ρουάν, όπου ανεφώνησε «τον σκοτώσαμε τον τύραννο», ζητώντας άσυλο. Ο Ρουάν τελικά τον παρέδωσε στον φρούραρχο όταν εκείνος του είπε πως αδυνατεί να συγκρατήσει το οργισμένο πλήθος που απαιτούσε την παράδοσή του και δεν εγγυάτο πλέον την ασφάλειά του. Χάρη στις ενέργειες του φρουράρχου και την ψυχραιμία του τακτικού στρατού αποφεύχθηκαν αντίποινα στους αντικυβερνητικούς από το πλήθος.

 

  • Ο λαός θρήνησε πικρά τον τραγικό θάνατο του Καποδίστρια. Οι εκδηλώσεις οδύνης ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο. Ο Κολοκοτρώνης μας περιγράφει πως όταν έμαθαν την δολοφονία οι πολίτες της Τριπολιτσάς έμειναν νεκροί, άφησαν τα εργαστήριά τους, τις δουλειές τους, και περπατούσαν σαν τρελλοί. Μικροί και μεγάλοι ντύθηκαν στα μαύρα στο Ναύπλιο. Τα κατάλευκα σεντόνια από τις προίκες των κοριτσιών βάφτηκαν μαύρα για να καλύψουν τις προσόψεις των σπιτιών τους από τα μπαλκόνια έως το έδαφος και τα πανζούρια έκλεισαν. Τα γραφεία της Κυβέρνησης γέμισαν από τα πολυπληθή γράμματα που άρχισαν να καταφθάνουν από όλη την επαρχία, Πελοπόννησο και Στερεά, από πόλεις ιδιαιτέρως όπως το Μεσολόγγι, για να εκφράσουν τον πόνο τους για τον θάνατο του φιλόστοργου πατέρα.
  • Στο γραφειάκι του βρίσκεται ένα τελευταίο σημείωμα προς κάποιον κύριο Ν.Ν. γραμμένο την παραμονή του θανάτου του, όπου ο Καποδίστριας τον διαβεβαιώνει πως η «υπόθεσις» θα ρυθμιστεί κατά την επιθυμία του και προσθέτει: «τα αισθήματα που σας παρακινούν να μην δεχθείτε τίποτε έναντι των υπηρεσιών σας προς την χώραν, τιμούν τον ευγενή χαρακτήρα σας και με κάμουν να δοκιμάζω μίαν αληθή ικανοποίησιν δια την οποίαν σας είμαι υπόχρεως εσαεί. Είναι βάλσαμον της ψυχής μου ποτιζομένης κάθε στιγμή με πικρίες. Σας σφίγγω το χέρι Καποδίστριας».
  • Χαρακτηριστικά, οι περισσότεροι από όσους πολέμησαν τον Καποδίστρια και το πολιτικό του σύστημα διαφοροποίησαν τις θέσεις τους μετά το 1832. Συνεργάστηκαν στην ενίσχυση του απολυταρχικού καθεστώτος, και ούτε λέξη για σύνταγμα, και άλλοι σταμάτησαν τις απαιτήσεις τους.
  • Επτά μήνες περίπου μετά την δολοφονία του Κυβερνήτη, ο Αυγουστίνος Καποδίστριας παραιτείται από την θέση του στην Κυβέρνηση, και παίρνει την άδεια από τον Άγγλο αρμοστή των Ιονίων νήσων να μεταφέρει την σωρό του Κυβερνήτη στην Κέρκυρα και να τον θάψει στην Μονή Πλατυτέρας όπως είχε ο ίδιος ο Καποδίστριας εκφράσει την επιθυμία του. Οι Άγγλοι δέχονται και δίνουν την άδεια, αλλά με τον όρο να γίνει ήσυχα και μυστικά χωρίς τιμές και κόσμο. Μάλιστα επιλέγουν την τρίτη μέρα του Πάσχα που ο κόσμος γιορτάζει ακόμα την Λαμπρή και δεν προσέχει άλλα πράγματα.
  • Οι Ελβετοί τιμούν τον Καποδίστρια και τον ευγνωμονούν γιατί ό,τι έκανε για την χώρα τους. Όταν οριστικά στο Παρίσι επικυρώθηκαν οι συμφωνίες για την Ελβετία, ο αρχηγός της Ελβετικής Αντιπροσωπείας είπε τα εξής: «Τι είναι δυνατόν να κάνουμε γι’ αυτόν τον εξαίρετο Καποδίστρια; Είναι ο Φοίνικας της Δημοκρατίας, χωρίς αυτόν το Συνέδριο της Βιέννης και τα άλλα θα ήταν διαφορετικά, χωρίς αυτόν η Ελβετία θα είχε εξ’ ολοκλήρου ανατραπεί. Αν περάσει ποτέ από την Γενεύη χτυπήστε όλες τις καμπάνες των εκκλησιών και χαιρετήστε την άφιξή του δια του κεραυνού του πυροβολικού μας».

 

  • Λόγια Δασκάλου

 

  • Ο Ιωάννης Καποδίστριας απέδειξε ότι υπάρχει «Έθνος Ελληνικόν, και έθνος αγαθόν, τίμιον, ενάρετον, δεκτικότατο να κυβερνηθεί όπως όλα τα πολιτισμένα έθνη» είπε ο Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος σε μία ομιλία του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών τη δεκαετία του ’80, και ο οποίος ετοίμασε μία διατριβή το 1954 την οποία στην συνέχεια εξέδωσε σε βιβλίο. Όταν ερωτάται από έναν φοιτητή, γιατί ασχολήθηκε με το έργο του Πρώτου Κυβερνήτη, απάντησε: «Η μορφή, η ζωή, η λαμπρή σταδιοδρομία και το άδοξο τέλος του Ιωάννη Καποδίστρια, προσφέρουν ένα παραδειγματικό πεδίο στοχασμού για τις τύχες και το μέλλον του Ελληνισμού».

 

  • Στην πραγματικότητα, το Ελληνικό Έθνος, αφού διατήρησε ακμαία την συνείδηση του Έλληνα και την ηθική του συνοχή κατά τους αιώνες της δουλείας, αφού αναπτύχθηκε οικονομικά και πνευματικά, ιδίως κατά τις τελευταίες δεκαετίες πριν το 1821, αφού επέδειξε κατά την διάρκεια της Επανάστασης θαυμαστή ευψυχία, αντοχή, απαράμιλλο θάρρος και αυτοθυσία, ανέδειξε στρατιωτικούς αρχηγούς τεράστιας αξίας, ευτύχησε στα τελευταία χρόνια του Αγώνα να αποκτήσει μέσω του Ιωάννη Καποδίστρια μία εξαίρετη πολιτική ηγεσία, και μοναδική διπλωματική εκπροσώπηση.

 

 

  • Ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν τελικά μία ιδιαίτερη προσωπικότητα. Χαρακτηρίστηκε για το αδαμάντινο ήθος του, την ανιδιοτέλειά του, τον απόλυτο τρόπο που υπετάγη στο μεγάλο Χρέος, το έργο που ανέλαβε να πραγματοποιήσει και να φέρει σε πέρας. Αυτός ό άνθρωπος, που όλη σχεδόν ή αλληλογραφία του είναι γραμμένη στα γαλλικά, αυτός ό κόντες του Libro d’oro, που τα περισσότερα χρόνια του τα έζησε έξω από την Ελλάδα, ήταν κατ’ έξοχήν Έλλην, Έλληνας πραγματικά φέροντας φως, βαθύτατα κατά το ήθος και την σκέψη Έλληνας, προικισμένος με τις ευγενέστερες αρετές της Φυλής, φορεύς εκείνων των αρετών που κάνουν την ελληνική ιστορία, την ελληνική τέχνη και την ελληνική σκέψη, βάθρο του πολιτισμού όλων των λαών της Ευρώπης. Εάν η ύψιστη εντολή της ελληνικής σοφίας είναι η υποταγή στο μέτρο, «μέτρον άριστον», ο Ιωάννης Καποδίστριας μπορεί να μας γίνει υπόδειγμα, ζωντανή παρουσία του ελληνικού μέτρου.

Η ύπαρξή του, ή παρουσία του στις πρώτες ώρες της νέας εθνικής μας ζωής πρέπει όλους να μας εμπνέει με υπερηφάνεια. Μας γεμίζει όμως και με πίστη και με ελπίδα. Γι’ αυτό χρειάζεται όλοι μας να πιστεύουμε και να ελπίζουμε.

 

 

 

 

Μερικά ακόμη χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τα λόγια του:

 

  • Για την Ελλάδα: «Είμαι έτοιμος να προσφέρω και την τελευταία ρανίδα του αίματός μου αρκεί αύτη να συντελέσει στην απελευθέρωση της Ελλάδος, στην πλήρη ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους, στην μόρφωση των Ελληνοπαίδων και στην ευτυχία του ελληνικού λαού».
  • Για την εκπαίδευση: «Σημειώσατε ότι τα μέγιστα με ενδιαφέρει να επιδίδονται τα παιδιά, όχι μόνον εις την άλλην μόρφωσιν, αλλά και εις την ηθικήν μόρφωσιν του χαρακτήρος».
  • Στον Γεώργιο Μαυρομιχάλη στην αρχή της θητείας του: «Η νίκη θα είναι δική μας, αν βασιλεύση εις την καρδίαν μας μόνο το αίσθημα το ελληνικό. Ο φιλήκοος των ξένων είναι προδότης».  
  • Σε γράμμα του στην Ρωξάνδρα το 1822: «Οικτείρω τις ευτελείς ψυχές και τις καρδιές που είναι γεμάτες από χαμερπή πάθη. Δεν έχω όμως κάτι εναντίον τους. Δεν τους μισώ…δεν φταίνε αυτοί αν δεν είναι καλύτεροι…αν και τώρα ημπορούσα να τους φανώ χρήσιμος και ωφέλιμος θα το έκανα ευχαρίστως και προθυμότατα θα πήγαινα να τους προσφέρω την βοήθειά μου…»

 

 

 

[1] Κι εδώ να πούμε ότι και ο όρος «Γένος» ξεκίνησε από την Κέρκυρα!

 

Βιβλιογραφία

Χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα από :

 

  • Ιωάννης Καποδίστριας του Διονυσίου Α.Μαντζουλίνου τόμος Α και Β Βιβλιοπωλείον της Εστίας.
  • Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως του Σπυρίδονος Τρικούπη Τόμος Δ΄ εκδοτικός οίκος Χρ.Γιοβάνη 1968.
  • Ιστορία του Ελληνικού Έθνους του Κ. Παπαρρηγόπουλου, πέμπτος και έκτος τόμος, εκδόσεις Σεφερλή Αθήνα 1955.
  • «1821 η αρχή που δεν ολοκληρώθηκε» της Αθηνάς Κακούρη – εκδόσεις Πατάκη.
  • Ιωάννης Καποδίστριας: ο άνθρωπος, ο διπλωμάτης, της Ελένης Κούκκου.
  • Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας και η απελευθέρωσις της Ελλάδος του Αλέξανδρου Δεσποτόπουλου. 1954 Μορφωτικόν ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
  • Ιόνιος Ακαδημία – Παιδεία από τον Ντένη Κονταρίνη. – ίντερνετ
  • Ιωάννης Καποδίστριας, Ρωξάνδρα Στούρτζα μία ανεκπλήρωτη αγάπη της Ελένης Κούκκου.
  • Ιωάννης Καποδίστριας και η γένεσις του Ελληνικού Κράτους του Γρηγορίου Δαφνή.
  • Ιωάννης Καποδίστριας του Χρήστου Λούκου
  • Καποδίστριας, ο Ιωάννης πίσω από τον Ιωάννη του Π.Πασπαλιάρη
  • «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» τόμος ΙΒ΄ ελληνική επανάσταση και ΙΩ.Καποδίστριας
  • Ιωάννης Καποδίστριας «Αυτοβιογραφία» του Μ.Λάσκαρη
  • «Καποδίστριας και Όθων» του Δημητρίου Βερναρδάκη
  • Ομιλία Κωνσταντίνου Τσάτσου «Ιωάννης Καποδίστριας 200 χρόνια από την γέννησή του» Κέρκυρα 1976
  • Βίντεο: Η μηχανή του χρόνου, Α΄και Β΄μέρος.
  • Βίντεο: Μεγάλοι Έλληνες, Θάνος Βερέμης Καποδίστριας
  • Βίντεο: Καποδίστριας (Αχελώος)
  • Συνέντευξη: Ανδρέας Κούκος: ο Καποδίστριας ως στρατιωτική ιδιοφυΐα